Κάποια φορά που συζητούσαμε, απόρησα με τα πολλά δεινά που τράβηξαν οι Αλβανοί, κάτω από την πιο σκληρή δικτατορία και τρομοκρατία του κομμουνιστή Εμβέρ Χότζα. Μούλεγαν κάτι γνωστοί Βορειοηπειρώτες ότι ο ένας στους τρεις ήταν χαφιές του καθεστώτος. Φοβόντουσαν οι άνθρωποι όχι μόνο τους συγγενείς αλλά και τα παιδιά τους, γιατί είχαν πολλά παραδείγματα που τα αναθρεμμένα με την κομματική νοοτροπία παιδιά «κάρφωσαν» τους γονείς τους και τους έστειλαν φυλακή για πολλά χρόνια. Δεν υπήρχε εμπιστοσύνη• ακόμα και οι πιο στενές ανθρώπινες σχέσεις είχαν δηλητηριασθεί, είχαν καταρρεύσει… Η απαξία του ανθρώπου σε όλη την τρομερή κατάντια των προσώπων.
— Πω, πω. γέροντα, τι τράβηξε αυτός ο λαός!!!
— Βλέπεις, μου λέει,… λειτούργησαν οι πνευματικοί νόμοι. Αυτοί σαν λαός αρνήθηκαν το Χριστό. Τους έταζε τότε ο Χότζας και οι κομμουνιστές ότι, αν πάνε με το μέρος του, θα γίνουν πλούσιοι και θα περνούν άνετα…
Και αυτοί τους ακολούθησαν, αν και γνώριζαν ότι είναι εχθροί του Χριστού. Αρνήθηκαν δηλαδή το Χριστό για τα υλικά πράγματα… Ε και ο Χριστός τους άφησε στα χέρια αυτουνού που διάλεξαν… Ο Χότζας έστησε μετά τέτοια τρομοκρατία που φοβόντουσαν να αναπνέουν ακόμα… δαιμονική πονηρία… Τους έβαζε μετά να δουλεύουν για ένα κομμάτι ψωμί, για να περνούν καλά αυτός και οι δικοί του.
Πήγε και έκλεψε όλα τα αρχαία άπ’ τα μοναστήρια και τις εκκλησίες και τα πουλούσε στο εξωτερικό και μάζευε χρήματα… Πόσες παλιές, βυζαντινές εικόνες δεν πούλησε;… και ιερά σκεύη και άλλα…
Όταν πήγαινα με το αεροπλάνο στην Αυστραλία, έρχεται η κοπέλα εκεί και μας πρόσφερε καραμέλες. Πήρα μία – θένκ γιου (ευχαριστώ) – μου λέει.
Δηλαδή ευχαριστώ που δέχτηκες την καραμέλα που σου πρόσφερα.
«Βρε, λέω, αυτοί ξεπέρασαν και τον Άγιο Ισαάκ σε ευαισθησία και λεπτότητα!»
Μετά, προχωρούσα μια μέρα στο δρόμο, βλέπω κόσμο μαζεμένο, πάω να δω… τι είχε γίνει- ένα σκυλάκι το καημένο, το είχε χτυπήσει ένα αυτοκίνητο και μα-ζεύτηκε κόσμος γύρω, να βοηθήσουν, άλλος να πάρει τηλέφωνο, άλλος κάτι άλλο. Πολύ ευαισθησία και ενδιαφέρον, θαύμασα.
Μετά από μερικές μέρες, πάλι περπατούσα στο δρόμο, βλέπω έναν άνθρωπο πεσμένο στο πεζοδρόμιο να βογγάει. Μεροκαματιάρης, δούλευε, έπεσε από τη σκάλα και πρέπει να είχε σπάσει τη μέση του… Κανένας δεν ενδιαφερόταν… Περαστικοί, ρίχναν μια ματιά αδιάφορα και έφευγαν. Θα έρθει λέει το άμπιουλανς (ασθενοφόρο) να τον πάρει. Σου λέει, δεν είμαι εγώ υπεύθυνος, θα φροντίσει το κράτος… Άσε μην μπλέξω και με τραβάν στα δικαστήρια για μάρτυρα.
Πήγα να σκάσω. Πά, πά…. τέτοια αδιαφορία για το συνάνθρωπο… Τι πολιτισμό και ευγένεια μου λένε μετά; Βλέπεις οι Ευρωπαίοι έχουν μόνο μία εξωτερική ευγένεια, και αυτή εξ ανάγκης για να μη σκοτώνονται μεταξύ τους… Κρύες καρδιές… ενώ οι Έλληνες έχουν φιλότιμο, και ας μην έχουμε ευγένεια.
…οι Τούρκοι είναι βάρβαρος λαός… Πά, πά. Όταν σφάζαν τους Αρμένιους, για τρεις μέρες, μύριζε ολόκληρη η πόλη σαν σφαγείο… Οι Έλληνες ήταν κλεισμένοι στα σπίτια τους, δεν τολμούσε να βγει κανείς στο δρόμο, φωνάζανε, σκοτώνανε…, τρεις ολόκληρες μέρες.
— Ποιοί γέροντα; Ο Τούρκικος στρατός;
— (με έμφαση) Όχι μόνο ο στρατός αλλά και ο κόσμος, οι Τούρκοι και οι γέροι ακόμα. Βλέπεις ο άλλος πήγαινε και έσφαζε το γείτονα του, που είχαν ζήσει τόσα χρόνια δίπλα-δίπλα… Βάρβαρος λαός… έχουν κάνει πολλά… γι’ αυτό θα πληρώσουν, θα λειτουργήσουν οι πνευματικοί νόμοι, έχουν τα κόλυβά τους στο ζωνάρι.
— Γέροντα, τι συμβαίνει με τους ομοφυλόφιλους; Μερικοί γιατροί λένε ότι γεννιούνται έτσι, ότι είναι δηλαδή θέμα χρωμοσωμάτων, θέμα της φύσης, άρα είναι αδύνατο αυτοί οι άνθρωποι να αλλάξουν και επομένως άδικα τους ταλαιπωρούν, και ότι δεν έχουν ευθύνη αυτοί.
— Πα! Πα! Όχι, βρε παιδί μου, δεν είναι έτσι. Είναι ένα πάθος και αυτό όπως και τα άλλα πάθη.
— Δηλαδή, μπορεί να διορθωθεί ένας τέτοιος άνθρωπος;
— Πως δεν μπορεί! Μπορεί!… Αν θέλει και προσπαθήσει μπορεί να κόψει την κακιά συνήθεια… Πολύ βοηθάει να έχει κανείς έναν πραγματικό και καλό φίλο.
— Πως γίνεται κανείς ομοφυλόφιλος; Φταίει η οικογένεια;
— Αν είναι μικρό παιδάκι πιο αδύνατο, πιο συνεσταλμένο και δεν προσέξουν τις παρέες του, τότε κανένας αλήτης μπορεί να το στριμώξει με το ζόρι… έλκεται και αυτό μετά από την ηδονή και σιγά-σιγά συνηθίζει.
Απόσπασμα από το βιβλίο:
Ο ΠΑΤΗΡ ΠΑΪΣΙΟΣ ΜΟΥ ΕΙΠΕ
Αθανασίου Ρακοβαλή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου