Συνολικές προβολές σελίδας

Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2010

Ας μην απελπιζόμαστε ....




Ας μη γυρίζουμε πίσω στις αμαρτίες που έχουμε εξομολογηθεί. Η ανάμνηση των αμαρτιών κάνει κακό. Ζητήσαμε συγγνώμη; Τέλειωσε. Ο Θεός όλα τα συγχωρεί με την εξομολόγηση... Κι εγώ σκέπτομαι ότι αμαρτάνω. Δεν βαδίζω καλά. Ότι όμως με στενοχωρεί, το κάνω προσευχή, δεν το κλείνω μέσα μου, πάω στο πνευματικό, το εξομολογούμαι, τέλειωσε! Να μη γυρίζομε πίσω και να λέμε τι δεν κάναμε. Σημασία έχει τι θα κάνομε τώρα, απ' αυτή τη στιγμή και έπειτα. Η απελπισία και η απογοήτευση είναι το χειρότερο πράγμα. Είναι παγίδα του σατανά, για να κάνει τον άνθρωπο να χάσει την προθυμία του στα πνευματικά και να τον φέρει σε απελπισία. Όλες σχεδόν οι αρρώστιες προέρχονται από έλλειψη εμπιστοσύνης στον Θεό και αυτό δημιουργεί άγχος. Το άγχος το δημιουργεί η κατάργηση του θρησκευτικού αισθήματος. Αν δεν έχετε έρωτα για τον Χριστό, αν δεν ασχολείσθε με άγια πράγματα, σίγουρα θα γεμίσετε με μελαγχολία και κακό.

Τρίτη 23 Νοεμβρίου 2010

Τρόπος παρασκευής του πρόσφορου








Για να τελεσθεί το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, πού είναι σκοπός της Θείας Λειτουργίας, είναι απαραίτητο ο ιερεύς να εχει το πρόσφορο.

Απο το πρόσφορο ο ιερεύς θα βγάλει το μέρος εκείνο πού θα γίνει το Τίμιο Σώμα του Κυρίου, τον «Αμνό», αλλά και τις μερίδες της Θεοτόκου, των Αγίων και των δικών μας ονομάτων (ζώντων και κεκοιμημένων) πού θα μνημονευθούν.



Για να γίνει όμως το πρόσφορό μας ευπρόσδεκτο και από τον Κύριο, πρέπει να έχουμε καθαρότητα ψυχής και σώματος με νηστεία και με εγκράτεια.



Πρώτα απ όλα πρέπει να πούμε ότι θεωρούμε ιδιαίτερη σημαντική την προετοιμασία του χώρου, στον οποίον θα παρασκευάσουμε το πρόσφορο. Φροντίζουμε να είναι καθαρός, τακτοποιημένος, θυμιατισμένος. Επίσης, τα σκεύη πού θα χρησιμοποιήσουμε για τον σκοπό αυτό, να είναι καθαρά και να εξυπηρετούν μόνο το ζύμωμα του προσφόρου και καμιά άλλη οικιακή εργασία. Το αλεύρι να είναι αρίστης ποιότητος, ειδικά ξεχωρισμένο για την παρασκευή προσφόρου.



Πέραν τούτου, αυτός πού ζυμώνει, οφείλει να φροντίση και για τη δική του σωματική και ψυχική προετοιμασία. Δηλαδή να ασκή, ιδιαίτερα την ώρα του ζυμώματος, την προσευχή, (χαιρετισμούς στην Παναγία ή παρακλήσεις, ή την ευχή καθώς και η γυναίκα να μην βρίσκεται σε περίοδο). ῞Ολα αυτά είναι πολύ σημαντικό να συνοδεύουν την παρασκευή του προσφόρου, πού πρόκειται να χρησιμοποιηθή για τον πιο ιερό σκοπό.



Η διαδικασία παρασκευής της λειτουργιάς έχει ως εξής:



Αποβραδύς κοσκινίζουμε το αλεύρι, πού θα είναι ανάλογο με το μέγεθος της λειτουργιάς. Καλό είναι το σκληρό (κίτρινο), ή 1/4 άσπρο και 3/4 κίτρινο. Για μία λειτουργιά χρειάζεται τόσο αλεύρι, όσο για να γεμίσουν καλά, τρεις φορές, οι δύο χούφτες ενωμένες,.



Κατόπιν, αναπιάνουμε το προζύμι: Εχουμε κρατημένο από προηγούμενο ζύμωμα λίγο προζύμι, το οποίο διατηρούμε στο ψυγείο, όταν ο καιρός είναι ζεστός. Ζεσταίνουμε λίγο νερό, τόσο όσο χρειάζεται για να γίνη χλιαρό. Το δοκιμάζουμε και με το χέρι μας. Δεν πρέπει να είναι καφτό, γιατί θα καεί το προζύμι και δεν θα γίνει. Μέσα σ αυτό το χλιαρό νερό λιώνουμε τελείως το προζύμι, να γίνη χυλός. Τέλος, προσθέτουμε αλεύρι, απ αυτό πού έχουμε κοσκινίσει για το ζύμωμα, ώστε να γίνη μία ζύμη πολύ πολύ μαλακή. Σταυρώνουμε με το χέρι μας το προζύμι, το σκεπάζουμε με καθαρή πετσέτα και με κουβέρτα για να μην κρυώση, και το αφήνουμε σε χώρο ζεστό, επί αρκετές ώρες, για να γίνη .



Την άλλη μέρα, πριν ζυμώσουμε, θα θυμιατίσουμε πρώτα το χώρο με πολλή ευλάβεια και προσοχή. Ενώ δε τα χέρια θα δουλεύουν, το στόμα και ο νούς, όσο γίνεται, θα ασχολούνται με την προσευχή.



Κατόπιν, μέσα σε λεκάνη ρίχνουμε το αλεύρι, αφού κρατήσουμε προηγουμένως λίγο, για την περίπτωση πού θα μάς χρειασθή κατά την διάρκεια του ζυμώματος. Στο κέντρο του αλευριού κάνουμε μια μικρή γουρνίτσα και ρίχνουμε μέσα το προζύμι, το ανάλογο αλάτι (στά 750 γραμ. αλεύρι, ένα κοφτό κουταλάκι του γλυκού) και λίγο νερό πολύ χλιαρό.



Στη συνέχεια, αρχίζουμε να ζυμώνουμε πρώτα πολύ καλά με τις γροθιές μας, με δύναμη και γρήγορο ρυθμό περίπου 20′.



Το πλάσιμο



Πλάθουμε την ζύμη πολύ καλά σε καθαρή και λεία επιφάνεια με τα δάκτυλα των χεριών μας και με τις παλάμες και με δύναμη. Έτσι την αναμοχλεύουμε διαρκώς και κυλώντας την και τρίβοντας την φθάνει να γίνει λεία σαν το μάρμαρο.



Η ζύμη πρέπει να είναι σκληρή: να μπαίνη μέσα το δάχτυλο και να μην κολάη. Αν γίνη μαλακή, προσθέτουμε λίγο αλεύρι, από αυτό πού κρατήσαμε. Αν γίνη υπερβολικά σκληρή, βρέχουμε τα χέρια μας σε χλιαρό νερό και ξαναζυμώνουμε, ώσπου να πετύχουμε το ποθούμενο αποτέλεσμα, δηλαδή να γίνει λεία σαν το μάρμαρο.



Όλα αυτά πρέπει να γίνουν σε 10′.



῞Οταν τελειώση το πλάσιμο, χαράζουμε το ζυμάρι με ένα μαχαίρι σταυροειδώς. Από το κέντρο του σταυρού πού σχηματίστηκε, κρατάμε ένα μικρό κομματάκι, πού θα το χρησιμοποιήσουμε ως προζύμι στο επόμενο ζύμωμα. Μετά ξαναδουλεύουμε τη ζύμη πάρα πολύ καλά, στρογγυλεύοντάς την σά μπάλα: την τοποθετούμε στο αριστερό μας χέρι και με το δεξί την χαϊδεύουμε , θα μπορούσαμε να πούμε, ολοένα για να γίνη η επιφάνειά της πάρα πολύ στιλπνή.



Κατόπιν, παίρνουμε ένα ταψάκι διαμέτρου 24 εκ. καί, ή στάζουμε μέσα μία σταγόνα λάδι, την οποία απλώνουμε καλά με χαρτοπετσέτα στον πάτο και στην γύρω όρθια επιφάνεια, ή ζεσταίνουμε το ταψάκι και το αλείφουμε με καθαρό κερί. Τα κάνουμε αυτά, για να μην κολάη μετά η λειτουργιά.



Το σφράγισμα



Στη συνέχεια, τοποθετούμε στο κέντρο του ταψιού την λειτουργιά, με την στιλπνή επιφάνεια προς τα πάνω. Παίρνουμε το σφραγίδι, σταυρώνουμε με αυτό τη λειτουργιά, και μετά το πατάμε με δύναμη, να μπεί βαθιά μέσα στο ζυμάρι. Το τραβούμε προς τα πάνω με προσοχή και αν τυχόν μείνουν ζυμαράκια πάνω στο σφραγίδι, τα καθαρίζουμε με επιμέλεια. Αν μείνουν πάνω, η επόμενη λειτουργιά πού θα ζυμωθή, δεν θα σφραγισθή καλά.



Σ αυτό το σημείο πρέπει να πούμε πώς, σε περίπτωση πού ζυμωθούν δύο λειτουργιές, μέχρι να ζυμωθή και η δεύτερη, η πρώτη πού ζυμώθηκε πρέπει να μείνη σκεπασμένη με πετσέτα και νάϋλον από πάνω, για να μή πιάση το ζυμάρι κρούστα, καθώς και η δεύτερη μέχρι να ζυμωθεί η πρώτη να μή πιάση το ζυμάρι κρούστα πού θα δυσκολέψει το ζύμωμά του. Το ίδιο και στο σφράγισμα, μέχρι να σφραγισθή και η δεύτερη λειτουργιά, η πρώτη πού σφραγίσθηκε μένει σκεπασμένη.



Το φούσκωμα



Αφού, λοιπόν, σφραγίσουμε την λειτουργιά, σκεπάζουμε το ταψάκι με μια λεκανίτσα, και από πάνω με μια καθαρή πετσέτα, με ένα νάϋλον και με μια κουβέρτα, και μετά την αφήνει να γίνη μία με μιάμισυ ώρα ή και περισσότερο (2 και 3 ώρες), ανάλογα με το χώρο και την εποχή. Καταλαβαίνουμε δέ, ότι έγινε , άν, πατώντας την με το δάχτυλο, σχηματίζει το ζυμάρι μία βούλα, και αμέσως, σαν ελαστικό, επανέρχεται στη θέση του ή μόλις το πρόσφορο πάει να σκάσει (Χρειάζεται προσοχή να μή παραγίνη η ζύμη).



Αφού γίνη κι αυτό, τρυπάει το πρόσφορο με μια λεπτή οδοντογλυφίδα Προσοχή να μην τρυπήση κοντά στον αμνό, αλλά έξω εκεί πού είναι κάτι σαν ακτίνες.



Το ψήσιμο



Κατόπιν, ανάβουμε το φούρνο στους 250° (ανάλογα με τον φούρνο), και βάζουμε μέσα τη λειτουργιά και την αφήνουμε σ αυτή τη θερμοκρασία 15′- 20′ (μπορεί και 35΄) να ροδίση πολύ λίγο. Τη σκεπάζουμε με χαρτοπετσέτα ή αλουμινόχαρτο, κατεβάζουμε το φούρνο στους 200° για μισή ώρα ή και 35΄ και την παρακολουθούμε. Αφού περάση περίπου μία ώρα, από τη στιγμή πού βάλαμε τη λειτουργιά μέσα, κλείνουμε το φούρνο και αφήνουμε μέσα τη λειτουργιά για ένα τέταρτο ή μισάωρο, μέχρι να χλιαρύνει ο φούρνος.



Μετά κλείνουμε τη φωτιά και το αφήνουμε μέσα για 15′.



(Αλλοι κάνουν και το εξής. Όταν σκεπάσουν τα πρόσφορα με αλουμινόχαρτο ή χαρτοπετσέτα κατεβάζουν στους 200° για αλλά 35′ και στην συνέχεια στους 150° για 30′. Για να ψηθεί χρειάζεται περίπου 1.30′.).



Κατόπιν τη βγάζουμε. Αν υπάρχει δυσκολία να βγεί από το ταψί, τη σκεπάζουμε για λίγο με πετσέτα να ιδρώση με τον τρόπο αυτό βγαίνει μετά εύκολα. Την τοποθετούμε σε καθαρή πετσέτα και την σκεπάζουμε με πετσέτα και νάϋλον. Μετά από μισή ώρα αλλάζουμε την πετσέτα, πού έχει μουσκευτεί από τους αχνούς της ζεστής λειτουργιάς, και την αφήνουμε σκεπασμένη με στεγνή πετσέτα και νάϋλον, για να διατηρήται μαλακή.



Φυσικά όλα χρειάζονται προσπάθεια και προσωπική πείρα. Πάντως η ΓΑΛΙΛΑΙΑ μας, σάς εύχεται να έχετε την ευλογία τοού Θεού στην προσπάθειά σας ο Οποίος σίγουρα θα σάς αμείψει με την χαρά ότι γίνεσθε συμμέτοχοι στο μεγάλο Μυστήριο της θ.Ευχαριστίας.



Καλή προσπάθεια.



Μερικές πρόσθετες συμβουλές



Πώς φτιάχνεται το προζύμι



Συνήθως, αφού ζυμώσουμε, κρατούμε προζύμι για την επόμενη εβδομάδα. Μπορούμε να φτιάξουμε κι εμείς προζύμι γρήγορα και εύκολα.



Σε χλιαρό νερό «ίσα – ίσα να δέχεται το χέρι» (περίπου 35οc) ρίχνουμε «μιά χεριά» κοσκινισμένο αλεύρι. Το ανακατεύουμε ελαφρά, ώστε να γίνει παχύρρευστη μάζα. Το αφήνουμε ένα μερόνυχτο «νά γίνει», δηλαδή να ενεργοποιηθούν οι μύκητες.



Όταν το προζύμι είναι έτοιμο, το «αναπιάνουμε» για ζύμωμα.



Πώς γίνεται το Ανάπιασμα



Βγάζουμε απ’ το ψυγείο το προζύμι, το αφήνουμε λίγη άρα να ξεπαγώσει. Ετοιμάζουμε χλιαρό νερό «νά δέχεται το χέρι» και διαλύουμε το προζύμι. Προσθέτουμε αλεύρι ανακατεύοντας μέχρι η ζύμη να γίνει πηκτός χυλός. Το σκεπάζουμε με καθαρή πετσέτα και το αφήνουμε περίπου 6 ώρες «νά αναπαυτεί».



Αντικείμενα για να ζυμώσουμε το Πρόσφορο



Χρειαζόμαστε μία καλή ξυλόγλυπτη σφραγίδα 14 εκ.



Αν η σφραγίδα είναι καινούργια, μια εβδομάδα πριν το ζύμωμα, ζεσταίνουμε σε μπρίκι ελαιόλαδο. Αλείφουμε τη σφραγίδα και την τυλίγουμε με μία πετσέτα. Την αφήνουμε μία βδομάδα να πιεί το λάδι. Έτσι δεν έχει φόβο να σκάσει το ξύλο. Δεν την πλένουμε ποτέ.



Χρειαζόμαστε επίσης



α. ταψάκι (διάμετρος 19 εκ. και ύψος 5 – 6 εκ.)



β. ένα κόσκινο και λεκάνη για το αλεύρι.



γ. σκαφάκι ή λεκάνη για τη ζύμη.



Κοσκινίζουμε στη μικρή λεκάνη το αλεύρι και το σκεπάζουμε. Για ένα κανονικό πρόσφορο 700 γρ. αλεύρι (κατά προτίμηση σκληρό-κίτρινο).

Παρασκευή 19 Νοεμβρίου 2010

Αγρυπνία στον Άγιο Ελισσαίο ....




Κάποια μέρα που ο Άγιος βρισκόταν σ’ ένα από τα αγαπημένα του ξωκκλήσια για να λειτουργήσει, παρατήρησε πως δεν υπήρχε κανένα πρόσφορο. Δεν ταράχτηκε. Προτίμησε να περιμένει με τη βεβαιότητα ότι σύντομα κάποιο πρόσφορο θα βρισκόταν. Άλλωστε τόσα χρόνια, όσες φορές είχε συμβεί να μην έχει πρόσφορο, πάντα την κατάλληλη στιγμή, κάποιος θα έφερνε, ή αν έπρεπε κάποιος από το εκκλησίασμα πήγαινε σε κοντινό φούρνο και αγόραζε ένα. Εκείνη τη μέρα όμως τα πράγματα δυσκόλευαν…. Η ώρα περνούσε και κανένας δεν έφερνε πρόσφορο. Έψαξε καλά στα ράφια του ιερού μήπως και υπήρχε κάποιο από προηγούμενη φορά, μα δε βρήκε τίποτα. Τότε έκανε νόημα σε δύο πνευματικά του παιδιά να πλησιάσουν στο ιερό και τους ζήτησε να πάνε γρήγορα στο φούρνο και να ζητήσουν πρόσφορο κι αν δεν έβρισκαν να ζητούσαν από κάποιες ενορίτισσες που πάντα φρόντιζαν και είχαν. Έφυγαν τρέχοντας από το εκκλησάκι οι δύο, μα μάταιος ο κόπος τους. Λίγη ώρα αργότερα γύρισαν με άδεια χέρια πίσω και ανακοίνωσαν στον Άγιο πως, παρά την προσπάθεια τους, κανένας δε βρέθηκε να τους εξυπηρετήσει. Ο Άγιος ευχαρίστησε τα πνευματικά του παιδιά για τον κόπο τους και έμεινε μόνος του στο ιερό. Στενοχωρήθηκε πολύ και τα ασκητικά του μάτια γέμισαν δάκρυα. Η ώρα είχε περάσει. Ο Όρθρος έφτανε στο τέλος και ο ευλογημένος ιερέας δεν θα μπορούσε να προχωρήσει στη Θεία Λειτουργία. Τόσα χρόνια, καθημερινά λειτουργούσε, μα εκείνη τη μέρα με θλίψη θα έπρεπε να διακόψει αυτή την ευλογημένη σειρά. Με ασταμάτητα δάκρυα κοιτούσε την εικόνα του Εσταυρωμένου και με δυνατή προσευχή παρακαλούσε τον Κύριο να μη του στερήσει τη Θεία Λειτουργία. Ξαφνικά βλέπει πάνω στην Αγία Τράπεζα ένα μικρό πρόσφορο που άχνιζε. Ήταν ολόφρεσκο και τοποθετημένο στη μέση. Μόλις το είδε ο Άγιος έκανε το σταυρό του και ύψωσε τη δακρυσμένη ματιά του προς τον ουρανό ευχαριστώντας το Θεό. Το θαύμα είχε γίνει. Κάποιος άγγελος σταλμένος από το Χριστό είχε τοποθετήσει το μικρό πρόσφορο στην Αγία Τράπεζα. Ο Άγιος σκέφτηκε πως ένα τέτοιο θαυμαστό γεγονός δεν έπρεπε να μείνει κρυφό. Κρατώντας λοιπόν το θεόσταλτο δώρο βγήκε μπροστά στην Ωραία Πύλη του Ιερού και διακόπτοντας τους ψάλτες έδειξε το πρόσφορο προς το εκκλησίασμα και είπε συγκινημένος: “Κοιτάξτε παιδιά μου τι σημείο μας έκανε ο Θεός”. Ο κόσμος σάστισε. Χωρίς πολλά λόγια ο Άγιος εξήγησε τι είχε προηγηθεί και αμέσως προχώρησε πάλι μέσα στο ιερό και σαν να είχε συμβεί κάτι απλό και συνηθισμένο συνέχισε την ακολουθία. Στο μεταξύ, βαθιά συγκίνηση κατέλαβε τους παρευρισκόμενους όταν συνειδητοποίησαν πως ένα μεγάλο θαύμα – σημείο, όπως τους είπε ο Παππούς – είχε συμβεί εκείνη την ώρα. Όλων τα μάτια βούρκωσαν και στράφηκαν με ευγνωμοσύνη προς την εικόνα του Χριστού που τη φώτιζε αμυδρά ένα μικρό καντήλι. Ευχαριστούσαν τον Κύριο για το μεγάλο θαύμα. Τον ευχαριστούσαν όμως και για την ευλογημένη παρουσία του Παππού κοντά τους. Μέχρι την απόλυση της Θείας Λειτουργίας όλοι ήταν συγκλονισμένοι και με δυσκολία συγκρατούσαν τα δάκρυα τους. Μόνο ο Άγιος Νικόλαος ο Πλανάς έμοιαζε να μην έχει συναίσθηση του θαύματος που είχε γίνει. Άλλωστε για τον ίδιο τα θαύματα ήταν μέρος του καθημερινού του προγράμματος και η ταπεινή του ψυχή ποτέ δεν υπερηφανεύτηκε για τα θεία σημεία. Ήταν για τον Άγιο τα θαύματα φυσιολογικά, όπως φυσιολογική ήταν και η αστείρευτη πίστη και αγάπη του στο Θεό.







Πέμπτη 18 Νοεμβρίου 2010

Τέστ γνησιότητος ἀγάπης

Ἡ ἀγάπη δέν εἶναι οὔτε λόγια οὔτε συναισθήματα. Ἡ γνήσια ἀγάπη ἀναγνωρίζεται ἀπό τήν διάθεση θυσίας καί ἀπό τό μέγεθος τῆς θυσίας.



Ἡ ἐπίγνωση καί ἡ ἀναγνώριση τῆς ἱερότητας τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ· τῶν ἐντολῶν καί τῶν θεσμῶν τῆς Ἐκκλησίας· καί ἡ τήρηση τους μέ ἔμπρακτη θυσία, εἶναι τό ἀσφαλέστερο τέστ γιά τό πόσο ἀληθινά καί γνήσια πιστεύουμε καί ἀγαπᾶμε τόν Θεό.



Μιά τέτοια ἀφορμή γιά νά ἀξιολογήσουμε τήν γνησιότητα τῆς πίστης μας καί τῆς ἀγάπης μας στό Θεό εἶναι ἡ ἱερή περίοδος τῆς νηστείας τῶν Χριστουγέννων, πού ἀρχίζει στίς 15 Νοεμβρίου.



Ἀρχιμ. Σάββας Δημητρέας

* * *



Ἕνα φωτεινό παράδειγμα ἡρωϊκοῦ φρονήματος στήν τήρηση τῆς νηστείας βρίσκουμε στό μικρό βιβλίο «ΙΕΡΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΜΑΣ» (σελ. 75-76):



«Ἦταν ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Τόν ἔλεγαν Μιχάλη Ζιάκα. Τό 1948-49 ἦταν στρατιώτης. Καί βρισκόταν στίς ἐπιχειρήσεις τοῦ Γράμμου.



Ἐκεῖ ὁ λόχος του εἶχε μείνει μιά ἑβδομάδα ὁλόκληρη χωρίς ἀνεφοδιασμό. Ὑπόφεραν πολύ τά παιδιά ἀπό πεῖνα, ἀσιτία καί ἐξάντληση. Μά κάποτε ἔφθασαν καί τά τρόφιμα. Ψωμί καλό, κουραμάνα· καί κρέας μαγειρεμένο, ἕτοιμο. Μπῆκαν στήν σειρά, ἕνας-ἕνας, καί ἔπαιρναν πρῶτα τήν κουραμάνα καί μετά τό κρέας στήν καραβάνα!



Ἦρθε καί ἡ σειρά τοῦ Μιχάλη νά πάρει τό φαγητό. Πλησιάζει στό διανομέα καί τοῦ λέει:



-Μπορεῖς νά μοῦ δώσεις ἀντί γιά κρέας λίγες ἐλιές;



-Τί; Ἐλιές; Γιατί ἐλιές; Ἀφοῦ ἔχει κρέας!



Ἀπάντησε ὁ Μιχάλης.



-Νά φάω κρέας, νά μαγαρίσω τήν Παρασκευή;



Κάθεται λοιπόν ὁ Μιχάλης ἀνάμεσα σέ ἄλλους στρατιῶτες. Ἐκεῖνοι τρῶνε κρέας. Ὁ Μιχάλης ἐλιές. Καί τόν κοροϊδεύουν. Γιατί ἔκαμε τόν σταυρό του. Γιατί εἶναι κουτός. Γιατί, ἐνῶ μπορεῖ νά φάει κρέας -καί μάλιστα μετά τέτοια πεῖνα-, τρώει ἐλιές! Λένε πολλά. Ὁ Μιχάλης σιωπᾶ.



Ξαφνικά ὅμως, ἐνῶ ἔτρωγε καί συνέχιζαν νά τόν κοροϊδεύουν, πέφτει λίγα μέτρα πιό πέρα μιά ὀβίδα! Σηκώθηκε σύννεφο ἡ σκόνη στόν ἀέρα! Ἔτρεξαν ἄλλοι στρατιῶτες νά ἰδοῦν, τί εἶχε συμβῆ. Καί εὑρῆκαν τούς δύο στρατιῶτες νεκρούς. Καί τόν Μιχάλη νά σηκώνεται ἀπό χάμω καί νά τινάζει τά ροῦχα του ἀπό τά χώματα!





* * *



Πέρασαν χρόνια. Ὁ Μιχάλης Ζιάκας εἶναι ἕνας φτωχός τσοπάνης στό χωριό του. Ζεῖ, ὅπως πάντα, μέ εὐσέβεια.



Μιά Παρασκευή, παρέα μέ ἄλλους φτωχούς τσοπάνηδες, κάθησαν νά φᾶνε. Ἔβγαλε ἀπό τό σακκούλι του λίγο ψωμί καί ἔτρωγε. Καί ἀπό τό παγούρι του ἔπινε λίγο νερό νά μαλακώνει τό ψωμί στό στόμα του.



Ἕνας ἀπό τούς τσοπάνηδες προσφέρθηκε τότε νά τοῦ δώσει λίγο τυρί γιά προσφάϊ. Τοῦ λέει ὁ Μιχάλης:



-Δέν μαγάρισα τήν Παρασκευή, μιά ἑβδομάδα νηστικός στόν Γράμμο, καί θά τήν μαγαρίσω τώρα;



Καί διηγήθηκε τήν ἱστορία.





* * *



Θέλει συζήτηση, ὅτι τόν Μιχάλη τόν ἔσωσε ὁ Χριστός, ἐπειδή σεβάστηκε τήν ἡμέρα πού σταυρώθηκε γιά μᾶς;



Ὤ Χριστέ μου, πόσο εὔκολα μαγαρίζουν μερικοί τήν ψυχή τους!



Μακάρι τέτοια παραδείγματα νά μᾶς ἐμπνέουν ἦθος καί φρόνημα...


πηγή: τρελογιάννης

Παρασκευή 5 Νοεμβρίου 2010

Ο Όσιος Γεώργιος Καρσλίδης-μέρος 2ο






Ο Όσιος ως λειτουργός το 1936.











Η κοίμησή του



Προείδε και προείπε επακριβώς το μακάριο τέλος του. Προετοιμα­σμένος από καιρό το ανέμενε με περισσότερη προσευχή δίνοντας τις τελευταίες συμβουλές στ΄ αγαπητά πνευματικά του τέκνα. Τρεις μέρες πριν τον θάνατο του τελέσθηκε το μυστήριο του ιερού ευχελαίου. Μετάλαβε των αχράντων μυστηρίων. Συγχώρεσε, ευλόγησε κι ευχήθηκε όλους. Κοιμήθηκε στις 4 Νεομβρίου 1959. Οι τελευταίες λέξεις που ακούσθηκαν από τα χείλη του ήταν: «Της ευσπλαγχνίας την πύλην άνοιξον, ευλογημένη Θεοτόκε».





Ο παλαιός ναός της Αναλήψεως με τα δύο κελλία του Οσίου.

Ένα ορφανεμένο, πενθηφόρο κι απαρηγόρητο πλήθος τον ακολούθησε στην τελευταία κατοικία του, πίσω από τον ιερό ναό της Αναλήψεως, όπου λειτουργούσε επί τριάντα περίπου χρόνια. Το πρόσωπο του ήταν ειρηνικό, ιλαρό και φωτεινό. Το νεκρό του σώμα ευλύγιστο, όπως των Αγιορειτών. Τα δύο κυπαρίσσια πλάι στον τάφο του λύγισαν σαν για να τον προσκυνήσουν, όπως είχε προείπει, και πολλά πουλιά συνάχθηκαν την ώρα της ταφής του, δίχως να φοβούνται τον πολύ κόσμο. Όλοι ήταν πλέον βέβαιοι ότι κηδεύεται και θάβεται ένας άγιος, ζήτησε να τον θάψουν με τα άμφιά του, τον σταυρό του και τα λειτουργικά του βιβλία που είχε από την Γεωργία.





Ο όσιος με πνευματικό του τέκνο.

Νεώτερα στοιχεία περί του μακαριστού Γέροντα



Η οσιακή μορφή του Γέροντα και μετά την μακάρια κοίμησή του συνεχίζει να μιλά στις καρδιές πολλών πιστών και μάλιστα με σημεία δυνατά, να παρηγορεί κι ενισχύει ψυχές διψώντων. Η ευλάβεια όλων, που φανερώνεται με διαφόρους τρόπους και με την διήγηση της ωφέλειας, που έλαβαν από την ανάγνωση της ευρύτατα κυκλοφορούσης βιογραφίας του, είναι η καλύτερη μαρτυρία της και μετά θάνατον μυστικής προσφοράς του. Όσοι τον επικαλούνται θερμά δεν απογοητεύονται εύκολα. Απλοί, φτωχοί και άσημοι, μοναχοί και λαϊκοί, αλλά συνήθως ευσεβείς και ταπεινοί άνθρωποι, όπως ο Γέροντας, είναι οι αναγνώστες του θαυμαστού βίου του, που συγκινεί και κατανύσσει. Η δίχως έμμονη εκζήτηση ονείρων, οραμάτων και θαυμάτων, αλλά η ειρηνική και ευφρόσυνη παρουσία αυτών στους επικαλουμένους το όνομά του φανερώνει την γνησιότητα και την αξία τους.





Ο νεοχειροτόνητος ιερομόναχος Γεώργιος Καρσλίδης (1925).

Η μοναχή Μαρία, από Μονή της Καλαμάτας, μετά την ανάγνωση του βίου του Γέροντα, πήρε ευλογία να επισκεφθεί το μοναστήρι του. Το ταξίδι ήταν πράγματι καθοδηγούμενο από τον Γέροντα, αφού όλα ευκολύνθηκαν κι έφτασε άνετα κι αίσια στο μοναστήρι. Στον ναό που δεν λιβάνιζαν αισθάνθηκε άρρητη ευωδία και στο δωμάτιο του ξενώνα που φιλοξενείτο είδε θαυμαστό φως, που της προκάλεσαν κατάνυξη και δέος για την ουράνια επίσκεψη και την εξαίσια υποδοχή στο μοναστήρι του. Η παρουσία του Γέροντα ήταν αισθητή στον ιερό χώρο. Προσκυνώντας στο τάφο του πείσθηκε πως είχε γνωρίσει ένα μεγάλο προστάτη στην ζωή της, ένα καινούργιο μεσίτη στον Θεό και πως η Μονή φυλάγει έναν πολύτιμο θησαυρό, γι΄ αυτό και νοερά κι΄ ευγνώμονα βρίσκεται εκεί, όπως και πολλές φιλομόναχες ψυχές.



Η μητέρα του κ. Κωνσταντίνου Παπαδόπουλου, κατοίκου Σίψας, τα χαράματα της 4ης Νοεμβρίου 1959 βγήκε στην αυλή του σπιτιού της για κάποια δουλειά και αντίκρυσε θέαμα εξαίσιο. Φωτεινή στήλη κατέ­βαινε από τον ουρανό και κατέληγε πίσω από το ιερό βήμα του ναού της Αναλήψεως στο μοναστήρι. Μπήκε συγκινημένη στο σπίτι και είπε στους δικούς της: «ο Γέροντας έφυγε για τον ουρανό».






Οι διώξεις της Εκκλησίας από το άθεο καθεστώς της επανάστασης του 1917 και οι φυλακίσεις, τον ανάγκασαν να ΄΄ερθει το 1929 στην Ελλάδα. Φωτογραφίζεται ως λαϊκός κατ΄ανάγκη στην ηλικία των 28 ετών κατά την αναχώρησή του από την Ρωσία.

Η κ. Αναστασία Τοκμακίδου διηγείται τα εξής: «Ήθελα να κάνω σαρανταλείτουργο για την μητέρα μου στο μοναστήρι, μετά τον θάνατο του Γέροντα. Το κάναμε τέσσερις οικογένειες μαζί, για να μας στοιχί­σει πιο φθηνά, γιατί τότε ήταν φτώ­χεια. Δώσαμε τα ονόματα και άρχισε το σαρανταλείτουργο. Στο τέλος πήγαμε όλες μαζί για να διαβάσουμε το κόλλυβο. Πήγαμε το βράδυ στον εσπερινό και μετά μείναμε στον ξενώνα του μοναστηριού. Στις 12 η ώρα, ενώ ήταν παντού ησυχία κι εγώ ακόμη δεν είχα κοιμηθεί, ακούω κουδουνάκια, όπως του θυμιατού και νόμιζα ότι ήταν αρνάκι που ήταν έξω. Το πρωΐ, όταν τελείωσε ή Θεία Λειτουργία, την ώρα που πίνα­με καφέ με την Γερόντισσα Άννα, την ρώτησα αν έχουν αρνάκι με κου­δουνάκια. και μου απάντησε: «Αρνάκι δεν έχουμε, αλλά ο Γέρο­ντας ήλθε να σας θυμιάσει».



Η Γερόντισσα Άννα (Μακκαβαίου) μοναχή της Μονής, όταν με καυτά δάκρυα προσευχόταν στον τάφο του Γέροντα, την ήμερα που η σημερινή ηγουμένη (σημείωση VatopaidiFriend: νυν ήδη μακαριστή Γερόντισσα Ακυλίνα) επρόκειτο να υποστεί σοβαρή χειρουργική επέμβαση (τον Νοέμβριο του 1973), άκουσε καθαρά την φωνή του Γέροντα από τον τάφο να της λέγει: «Μη φοβάσαι Γερόντισσα, θα γίνει καλά». Τότε ένιωσε μεγάλη παρηγο­ριά και χαρά γέμισε την ψυχή της.



Πράγματι ο ιατρός ομολόγησε μόνος του ότι ένιωθε κάποιον που του οδήγησε το χέρι στην κρίσιμη στιγμή και είπε καθώς έβγαινε από το χειρουργείο πως κάποιον άγγελο έχει αυτή η ψυχή.






Ο όσιος Γεώργιος λίγο πριν την αναχώρησή του από την Ρωσία.

Ο κ. Κουλιάρμος Παναγιώτης διηγείται για τον γιό του Θεόδωρο τα εξής: «Όταν γεννήθηκε το παιδί μας, το 1989, τα ματάκια του τσιμπλιάζανε και του πονούσαν, δεν μπορούσε καθόλου να τα ανοίξει και ούτε έβλεπε. Σκεπτόμασταν να του κάνουμε εγχείρηση, όπως μας είπε ο γιατρός. Μία μέρα μας έδωσε μια γειτόνισσα το βιβλίο του Γέρο­ντα και το διάβασα με λαχτάρα. Εκείνο το απόγευμα το παιδί, ενώ ήταν στο κρεβάτι του, άρχισε να κλαίει δυνατά και να τρίβει τα μάτια του. Μόλις πλησίασε η μητέρα του, είδε ότι τα μάτια του άνοιξαν, ήταν καθαρά και έβλεπε. Μετά από δύο χρόνια ήρθαμε να ευχαριστήσουμε τον Γέροντα στο μοναστήρι, Το παιδάκι που ήταν δύο ετών δεν έφευγε από τον τάφο του, και ενώ είχαμε πρόγραμμα να φύγουμε τις πρωϊνές ώρες, μείναμε μέχρι το απόγευμα. Το δε παιδάκι φώναζε συνέχεια «παπούλη» και φιλούσε το καλυμμαύχι του Γέροντα από την φωτογραφία και δεν μπορούσαμε να το απομακρύνουμε από τον τάφο».



Η ευλαβέστατη, απλή και χαρισματούχος μοναχή Άννα από το Δοξάτο Δράμας, πολλές φορές έχει επισκεφθεί το μοναστήρι και παρέ­μεινε σε αυτό επί αρκετές ημέρες. Ένα πρωινό στο τέλος του Όρθρου, που τελούνταν στον ναό της Αναλήψεως, έβλεπε μπροστά της τον Μακαριστό Γέροντα ολοζώντανο και, ενώ οι αδελφές την παρακινούσαν να προχωρήσει μετά την Γερόντισσα για να προσκυνήσει τις άγιες εικόνες, αυτή στεκόταν ακίνη­τη σαν αποσβολωμένη και απορούσε, πως την προτρέπουν να προσπεράσει τον Γέροντα.



Η κ. Ιλιάδα, σύζυγος του κ. Αλεξάνδρου Όσσα, παθολόγου ιατρού στην Δράμα, ο οποίος υπήρξε προσωπικός ιατρός του Γέροντα, μας διηγήθηκε ότι αρκετά χρόνια μετά την κοίμηση του Γέρο­ντα τον είδε στον ύπνο της ολοζώ­ντανο, ενδεδυμένο με βυσσινιά χρυ­σοκέντητη ιερατική στολή, να στέκε­ται έξω από την πόρτα του σπιτιού της. Από την λαχτάρα της πετάχτηκε πάνω κι έτρεξε, ζαλισμένη ακόμη από τον ύπνο, ν΄ ανοίξει την πόρτα, αλλά δεν ήταν κανείς. Είχε ξυπνήσει και ο σύζυγος της και την ρώτησε τί συνέβη. Ενώ του διηγιόταν το όνει­ρο με τον Γέροντα, αντελήφθησαν ότι στο καθιστικό, που τους χώριζε μια τζαμόπορτα, είχε ανάψει φωτιά, από το αναμμένο καντήλι. Καίγο­νταν τα ντουλάπια, οι εικόνες όμως δεν είχαν πάθει τίποτα. Την διάσωσή τους και του σπιτιού τους την θεώρησαν ως θαύμα του Γέροντα.



Ο κ. Σταύρος Πετρικεχαγιάς, που κατάγεται από το χωριό Καλό Αγρό Δράμας, βρίσκεται από το 1975 στην Πενσυλβάνια Αμερικής· διηγείται ότι τον βάπτισε ο Γέροντας και από μικρός θυμάται ότι τον δίδασκε πως πρέπει να είναι η ζωή του. Την άνοιξη του 2001, που ήλθε στην Ελλάδα, επισκέφθηκε την Μονή για να προσκυνήσει στον τάφο του νονού του, για τον οποίο έτρεφε μεγάλο σεβασμό, αγάπη και ευγνωμοσύνη, γιατί τρεις φορές τον έσωσε από βέβαιο θάνατο και πολ­λές φορές ένιωσε την προστασία τον και την θαυματουργική επέμβαση του στην ζωή του. Την πρώτη φορά· νέος ακόμη, κινδύνευσε να πνίγει στο ποτάμι και τον γλύτωσε ο αδελφός του, που παρουσιάστηκε ξαφνι­κά μπροστά του. μόλις επικαλέστηκε την βοήθεια του Γέροντα.





Ο όσιος Γεώργιος με την βαπτιστικιά του Αν. Τσολακίδου (7.2.1957).

Την δεύτερη φορά. όταν υπηρετούσε στο πολεμικό ναυτικό και επρόκειτο να πλεύσουν για την Ρόδο, ενώ είχαν επιβιβαστεί, την τελευταία στιγμή του άλλαξαν καράβι. Κατά τον πλου, το πρώτο καράβι βυθίστηκε και από τους 45 ναύτες οι 37 πνίγηκαν. Αυτήν την σωτηρία του πιστεύει ακράδαντα ότι την οφείλει στον πολυσέβαστο Γέροντα Γεώργιο, γιατί πάντοτε τον επεκαλείτο σε κάθε δύσκολη ενέργειά του.



Η τρίτη θαυμαστή επέμβαση του μακαριστού Γέροντα συνέβη στην Αμερική, όπου εργαζόταν κατά το έτος 1995 για την κατασκευή μεγά­λης δεξαμενής νερού. Βρισκόταν πάνω σε σκαλωσιά κι΄ έπεσαν και οι δύο κάτω στο έδαφος. Ο άλλος εργάτης έμεινε επί τόπου νεκρός. Ο κ. Σταύρος, καθώς έπεφτε με το κε­φάλι κάτω, ένιωσε κάποια στιγμή έναν να τον γυρίζει ορθό. Καθώς έπεφτε με τόση ορμή ανάμεσα στα σίδερα της σκαλωσιάς από τόσο ύψος, έτρεξαν οι συνάδελφοι του να τον βρουν κι αυτόν νεκρό. Προς μεγάλη τους έκπληξη και χαρά είδαν ότι ήταν ζωντανός. Τον μετέφεραν στο νοσοκομείο κι επί τρεις εβδομά­δες ήταν σε αφασία. Είχε πολλά κατάγματα και χρειάστηκαν σχεδόν δύο χρόνια για να αποκατασταθεί σχετικά η υγεία του. Την σωτηρία του απέδωσε στον Γέροντα. Ο αδελ­φός του μάλιστα ένα βράδυ μετά το ατύχημα είδε τον Γέροντα στον ύπνο του και του είπε: «Έγώ μόνο τον ίσιωσα, δεν πρόφτασα να τον κρατή­σω». Ο ίδιος ομολογεί ότι δεν ήταν αδυναμία του Γέροντα να τον κρα­τήσει, άλλά ότι ήταν ένα ράπισμα από τον Γέροντα η περαιτέρω ταλαι­πωρία του για να αλλάξουν πολλά πράγματα στην ζωή του. Ωστόσο του είχε μείνει κάποια δυσκολία στα γόνατα και στην μέση, ώστε δεν μπορούσε να γονατίσει καθόλου.



Το επόμενο έτος, Ιούνιος 1998, ήλθε στην Ελλάδα με σκοπό να ευχαριστήσει τον Γέροντα, γιατί πί­στευε ότι ήταν ο σωτήρας του. Μόλις αντίκρυσε τον τάφο του συγκινήθηκε κι αυθόρμητα γονάτισε για να τον ασπαστεί. Ήταν η πρώτη φορά που γονάτιζε μετά το ατύχημα. Σηκώθηκε τέλος με ευκολία, χωρίς να κρατηθεί από πουθενά.



Έκτοτε νοιώθει υγιέστατος, δίχως κανένα πρόβλημα.



Ο ίδιος κ. Σταύρος καταθέτει κάποια περιστατικά που είχε δει στο μοναστήρι όταν ζούσεο ο Γέροντας. Κατά την Θεία Μετάληψη αρνήθηκε μια φορά να κοινωνήσει μια κυρία. Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας ο κ. Θεόδωρος Παυλίδης τον ρώτησε γιατί δεν την κοινώνησε και ο Γέροντας του είπε με πόνο: «είδα ένα σκυλί με ευαγγέλιο στο στόμα». Και εξήγησε: ορκίστηκε ψέματα στο δικαστήριο κι αδίκησε άνθρωπο». Κάποια άλλη φορά η θεία του ήλθε στο μαναστήρι να κοινωνήσει τα παιδιά της, ενώ τα άφησε να φάνε αυγά. Ο Γέροντας με το χάρισμά του το γνώριζε και με κανένα τρόπο δεν ήθελε να τα κοινωνήσει. Της είπε «τα τάϊσες αυγά και ήρθες να τα κοινωνήσεις;»





Ο τάφος του Οσίου (πριν την ανακομιδή των λειψάνων του), ο οποίος βρίσκεται στην Ιερά Μονή Αναλήψεως, Ταξιαρχών (Σίψα) Δράμας.

Δεν θα ήθελα όμως να κλείσω την παρούσα προσθήκη, δίχως να αναφερθώ σε ένα προσωπικό γεγονός. Όταν πολιός, σεβάσμιος, χαρισματούχος Αγιορείτης Γέροντας μελέτησε το βιβλίο -ας σημειωθεί ότι τον έχει εικονογραφήσει και τον τιμά από καιρό ως άγιο- και συναντηθήκαμε, με αγκάλιασε, με ασπάστηκε και μου είπε: «Μόνο για την βιογραφία που έγραψες του όσιου Γεωργίου Καρσλίδη συγχωρέθηκαν οι μισές αμαρτίες…». Τώρα που ο Γέροντας κοιμήθηκε μπορούμε να αναφέρουμε το όνομά του. Πρόκειται για τον πνευματοφόρο Γέροντα Εφραίμ Κατουνακιώτη.



Ο Γέροντας Γεώργιος σήμερα ζει στις καρδιές όλων ως άγιος και ο τάφος του αποτελεί προσκύνημα. Η ευχή του ας μας συνοδεύει όλες τις ημέρες της ζωής μας.



Μοναχού Μωϋσέως Αγιορείτου, π. Γεώργιος Καρσλίδης, ο προορατικός Γέροντας



Τεύχος 17ο, Περιοδικό Πεμπτουσία, σελ. 116-123, Απρίλιος – Ιούλιος 2005











Πηγή





Ντοκουμέντο: Φωτογραφία ενός αγίου







Πριν 2 μήνες ο Οικουμενικός Πατριάρχης έκανε την επίσημη αναγνώριση του Αγίου Γεωργίου του Καρσλίδη στον καθεδρικό ναό της Δράμας και προφανώς το μάθατε από τις τηλεοράσεις.



Η φωτογραφία που σας παραθέτω ήταν κειμήλιο του παππού μου ο οποίος και συγχωρέθηκε πριν 1,5 χρόνο. Τώρα έχει περάσει στην κατοχή μου (δηλαδή της οικογένειας) και ο μοναχός που βλέπετε είναι ο εν λόγω Άγιος. Λεπτομέρειες αναφορικά με χρονολογία της φωτογραφίας δε γνωρίζω να σας πω από όσα όμως μας διηγήθηκε ο παππούς μου ξέρω πως οι γονείς της εν ζωή γιαγιάς μου (και συζύγου του θανόντα παππού μου) είχαν πάρει τον Άγιο υπό την προστασία τους όταν βρισκόντουσαν στο Σοχούμ. Η γιαγιά μου λέει πως ήταν κοντά τους για αρκετά χρόνια, πάνω από 10 και πως στη Ρωσία πέρασε πολλά μαρτύρια. Στην αρχή θεώρησα υπερβολή τη δεκαετία που αναφέρει καθότι η γιαγιά 93 ετών και το μυαλό κουρασμένο όμως λίγο παρακάτω θυμήθηκα πως εκείνη γεννήθηκε στο Σοχούμ (το 1917 γράφει η ταυτότητα αλλά γνωρίζουμε πως γεννήθηκε 2 χρόνια νωρίτερα) και για να θυμάται τον Άγιο σημαίνει πως τα λόγια της έχουν κάποια βάση. Σε διάφορες ερωτήσεις που τις κάναμε ξεκίνησε να μας λέει από μόνη της διάφορες ιστορίες όπως ότι τον έβαλαν στη σειρά μαζί με άλλους ταλαίπωρους και τους πυροβόλησαν μα η σφαίρα δεν τον πείραξε καθόλου -σε αντίθεση με τους υπόλοιπους-, πως ήξερε τις αμαρτίες σου πριν του τις πεις εσύ κι αν ξεχνούσες καμία σου τις υπενθύμιζε εκείνος. Μας είπε για τα δέντρα που έχουν ενωθεί πάνω από τον τάφο του στη Δράμα, πως ήταν ολιγόφαγος και πως γενικά έχει κάνει πολλά θαύματα και πως ήταν άγιος από τότε που τον θυμάται.



Επίσης για κάποιο χρονικό διάστημα ερχόταν κάποιος δάσκαλος ή καθηγητής και επισκεπτόταν τον παππού μου (μιλάμε για δεκαετία του ’90) στην Κατερίνη με σκοπό να πάρει όσες πληροφορίες μπορούσε αναφορικά με το γεγονός αυτό γιατί έγραφε βιβλίο. Δε γνωρίζω να σας πω περισσότερα όμως μια φορά στη φωτογραφία αυτή βλέπετε τον Άγιο!



Κείμενο της φίλης Όλγας Γιανασμίδου

Ο Όσιος Γεώργιος Καρσλίδης (1901-1959)








Δημοσιεύουμε το πολύ ενδιαφέρον κείμενο του Οσιολογιώτατου Μοναχού Μωϋσή Αγιορείτη για τον Άγιο Γεώργιο Καρσλίδη.μέρος 1ο





Στο κείμενο του π. Μωυσή ο άγιος Γεώργιος αναφέρεται ως Γέροντας, γιατί δεν είχε γίνει ακόμη η κατάταξή του στο Αγιολόγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας.



Ο μακάριος Γέροντας Γεώργιος καταγόμενος από τον Πόντο γνώρισε από πολύ νωρίς την ορφάνια και την μοναξιά. Μετά από διώξεις και φυλακίσεις από το άθεο καθεστώς της Γεωργίας, φθάνει στην Ελλάδα, όπου ζώντας ασκητικά και με θερμή πίστη, χαριτώνεται ο ταπεινός και άξιος λειτουργός του Υψίστου με χαρίσματα διακρίσεως, διοράσεως, προοράσεως και προφητείας.









Συμπληρώνονται εφέτος 46 έτη από την μακαρία εκδημία του αοιδίμου πατρός Γεωργίου, που γεννήθηκε στην Αργυρούπολη του Πόντου το 1901. Νωρίς ορφάνεψε και την ανατροφή του ανέλαβε η ευλαβής γιαγιά του. Μετά τον θάνατο της γιαγιάς του και της αδελφής του αναχωρεί με τον παππού του για το Ερζερούμ, την Θεοδοσιούπολη της Μεγάλης Αρμενίας. Ο θάνατος και του παπ πού του και η κακομεταχείριση του αδελφού του τον φέρνουν στα μέρη του Καυκάσου Μόνος, φτωχός, πονεμένος κι αναγκεμένος, συντροφευόμενος από αγίους σε όνειρα και οράματα, φθάνει στην Τυφλίδα της Γεωργίας και οδηγείται από τον εκεί επίσκοπο στην Ιερά Μονή της Ζωοδόχου Πηγής. Ενδύεται το τίμιο του μοναχού ένδυμα στην ηλικία μόλις των εννέα ετών. Θα το διατηρήσει επί μισό αιώνα.



Η κουρά του



Αγάπησε την άσκηση και την προσευχή από παιδί. Στις 20 Ιουλίου 1919 κείρεται μοναχός και από Αθανάσιος ονομάζεται Συμεών. Κατά την ώρα της κουράς του λέγεται πως οι καμπάνες σήμαιναν μόνες τους



Στην Μονή συνάντησε έναν θείο του επίσκοπο, που τον βοήθησε πνευματικά. Το άθεο καθεστώς της επανάστασης του 1917 δίωξε την Εκκλη σία, τον κλήρο και τον μοναχισμό. Μαζί με άλλους μοναχούς της μονής του φυλακίσθηκε σε μια ανήλια και υπόγεια φυλακή, απ΄ όπου περνούσαν υπόνομοι. Υπέμεινε μεγάλες και φρικτές κακουχίες με ελπίδα στον Θεό. Πολλοί αδελφοί του τελείωσαν μαρτυρικά τον βίο τους εκεί. Με την βοήθεια της Παναγίας γλύτωσε από βέβαιο θάνατο. Στις 8 Σεπτεμβρίου 1925 χειροτονήθηκε ιερεύς κι ονομάσθηκε Γεώργιος. Λειτουρ γούσε στα γεωργιανά.



Σύντομα απέκτησε φήμη διακριτικού, διορατικού και προορατικού Γέροντος. Πολύς κόσμος ερχόταν από μακριά για να γνωρίσει και να συμβουλευθεί τον νεαρό ιερομόνα χο. Το 1923 από την Τυφλίδα μεταβαίνει στο Σουχούμ. Στις συχνές θείες λειτουργίες του μνημόνευε πολλά ονόματα. Στο κελλί του μελετούσε και προσευχόταν συνεχώς Η εγκράτεια, η άσκηση, η αγρυπνία και η νηστεία ήταν αδιάκοπες. Οι προφητείες του εκπληρώνονταν Όλοι τον πλησίαζαν ως άγιο. Το 1929 καταφέρνει να έλθει στην Ελλάδα.



Άφιξη στην Ελλάδα



Δοξάζει τον Θεό για την σωτηρία του. Ο Πόντος, η Γεωργία και η Ρωσία μένουν στην μνήμη του ως τόποι αγώνων, μαρτυρίων και θυσιών. Από την Θεσσαλονίκη, όπου φθάνει στις 19 Οκτωβρίου 1929, μεταβαί νει στην Κατερίνη και στα χωριά Αλώνια και Κούκκος, Μικρό Δάσος του Κιλκίς και τέλος το 1930 στην Σίψα της Δράμας. Οι κακουχίες της φυλακής της Γεωργίας τον είχαν αφήσει ημιπαράλυτο, πολύ αδύναμο και πολλές φορές δυσκολευόταν πολύ να περπατήσει, ώστε τον σήκωναν στα χέρια, για να μετακινηθεί.







Όλη η περιουσία του ήταν λίγα εκκλησιαστικά βιβλία στην γεωρ γιανή γλώσσα, ιερατικά άμφια, εικόνες και μέρος των λειψάνων της αδελφής του Άννας. Κόσμος πολύς αρχίζει να τον πλησιάζει για να βοηθηθεί. Ο φιλόθεος, φιλάγιος, φιλάδελφος και φιλάνθρωπος πατήρ κάνει παρακλήσεις, εξομολογεί και νουθετεί. Το 1938 κτίζει το μοναστηράκι της Αναλήψεως. Εκεί θα λειτουργεί, θα εξομολογεί, θα κηρύττει, θα προλέγει, θα θαυματουργεί επί μία ολόκληρη εικοσαετία. Ο ναός και το κελλί του γίνονται κολυμβήθρα Σιλωάμ για σωματικές και ψυχικές ασθένειες πολλών.



Μεταβαίνει προσκυνητής στα Ιε ροσόλυμα και το Άγιον Όρος κι έχει συναντήσεις με ιερές μορφές, που τον πείθουν να μείνει εκεί που είναι, γιατί έχει μεγάλη ανάγκη ο πιστός λαός την παρουσία και την μαρτυρία του. Το 1941 κατά θαυμαστό τρόπο σώζεται από βέβαιο θάνατο από τους Βούλγαρους, που τον είχαν συλλάβει προς εκτέλεση. Όλη η ζωή του κυλά μέσα σ΄ ένα συνεχές θαύμα. Με την βοήθεια του αγίου Νικολάου θεραπεύεται, ώστε να μπορεί κάπως ν΄ αυτοσυντηρείται.







Πάντα λιτός, απλός, νηστευτής, άγρυπνος, φιλάσθενος και δεόμενος. Λιγομίλητος, προσεκτικός, αυστη ρός και σοβαρός. Σε μεγάλη ανάγκη επισκεπτόταν φτωχούς κι ασθενείς. Είχε βοηθηθεί ο ίδιος κι έτσι μπορούσε να βοηθήσει και τους άλλους.



Κατά την αγία προσκομιδή μνημόνευε χιλιάδες ονόματα ζώντων και κεκοιμημένων. Μάλιστα σημείωνε ορισμένα και στο τέλος της θείας Λειτουργίας καλούσε ιδιαίτερα τους συγγενείς και τους έλεγε τα προβλήματα των ζώντων η των κοιμηθέντων και πως τέλειωσαν τον βίο τους. Καθαροί και αθώοι άνθρωποι τον έβλεπαν ως λειτουργό να μην πατά στήνγή.



Στις αναίμακτες θείες ιερουργίες ήταν φωτεινός, ειρηνικός και χαρού μενος. Συλλειτουργούσε με αγίους. «Σπάνια λειτουργώ μόνος μου», έλεγε ο Γέροντας Είχε ιδιαίτερη ευλάβεια στην Παναγία, στον Τίμιο Πρόδρομο και τον άγιο Γεώργιο! Πολλούς ασθενείς κι αναγκεμένους ανθρώπους τους έστελνε σε διάφορους αγίους και με την ευχή του γίνονταν καλά. Από ταπείνωση δεν ήθελε να τιμάται η αναξιότητά του, αλλά να δοξάζεται ο θεός από τους αγίους του. Τους αγίους ονόμαζε μουσαφίρηδες. Είχε την χάρη να βλέπει την ψυχική κατάσταση των εκκλησιαζομένων.



Ο Γέροντας ήταν αυστηρός τηρητής των Ιερών Καvώνων της Εκκλησίας. Δεν ήταν εύκολος σε ανεπίτρεπτες «οικονομίες». Γινόταν πιο αυστηρός στους αμετανόητους. Το λειτούργημα του Πνευματικού το είχε πολύ υψηλά και το είχε λάβει πολύ σοβαρά. Δεν ήθελε οπαδούς να τον κολακεύουν. Είχε πάντα μια διακριτική αυστηρότητα. Αποσκοπούσε συστηματικά στην ταπείνωση του εξομολογουμένου, στην αληθινή συντριβή και μετάνοια προς σωτη ρία ψυχών αθανάτων.







Κατά την κουρά του (1919) ονομάζεται Συμεών. Στην φωτογραφία το πιστοποιητικό της κουράς και της χειροτονείας του.





Ο χαρισματούχος ποιμένας



Η θερμή πίστη, η ασκητική βιοτή, η καθαρή ζωή χαρίτωσαν τον ταπεινό κι άξιο λειτουργό του Υψίστου με χαρίσματα διακρίσεως, διοράσεως, προοράσεως και προφητεί ας. Ο Θεός φώτιζε τον μακάριο Γέροντα έτσι που τα μακρινά και τα παρελθόντα να τα βλέπει ως πλησίον και παρόντα, όπως και άλλοτε τα μέλλοντα, καθώς διηγούνται με θαυμασμό πολλά πνευματικά του τέκνα. Μερικοί που αμφέβαλλαν για τα χαρίσματα του Γέροντα δεν αργούσαν, όταν τον γνώριζαν καλά, να διαπιστώσουν πως πράγματι ήταν αληθινός άνθρωπος του Θεού. Ο Γέροντας χρησιμοποιούσε τα χαρίσματα προς βοήθεια και σωτηρία των ψυχών κι όχι για να εκθέσει και ντροπιάσει ανθρώπους ή να καυχηθεί και να προβληθεί ο ίδιος. Με δάκρυα πολλά μιλούσε καθαρά για τα επερχόμενα δεινά· την κατοχή του 1940, την επιδρομή των Βουλγάρων, τον εμφύλιο πόλεμο. Διάβαζε τις καρδιές των ανθρώπων σαν ανοιχτό βιβλίο Για να διατηρείται στην ταπείνωση, μερικές φορές προσποιόταν μωρία, διά Χριστόν σαλότητα. Η αρετή θέλει πολύ κόπο για ν΄ αποκτηθεί και περισσή τέχνη για να διαφυλαχθεί.



Ο Γέροντας στο ποιμαντικό του έργο έδειχνε ιδιαίτερη προσοχή στις γυναίκες, που λόγιο του πλούσιου συναισθηματικού τους κόσμου εύκολα υπερβάλλουν στις τιμές των άλλων. Ήταν διακριτικά αυστηρός μαζί τους. Έκρυβε όμως μια καρδιά με μεγάλη αγάπη για όλους. Η ελεημοσύνη του ήταν πάντοτε μυστική. Μόλις σκοτείνιαζε έστελνε κρυφά μ΄ έμπιστους δικούς του ανθρώπους αναγκαία τρόφιμα και ρούχα στα σπίτια των φτωχών. Παρηγορούσε τους πενθούντες και φρόντιζε προ σεκτικά τους νεκρούς. Αγαπούσε τα παιδιά, τα συμβούλευε στοργικά και τους μοίραζε απλόχερα δώρα. Έκρυβε πάντα τον εαυτό του και δεν ήθελε να φαίνεται και να τιμάται. Ο Γέροντας δεν ήθελε κανένας να φύγει από το μοναστήρι νηστικός. Μαγείρευε, φούρνιζε ψωμί και μοίραζε σε όλους ευλογία. Ήταν εργατικός, ακούραστος, ελεήμων και φιλάνθρωπος.



Οι πιστοί έτρεφαν για όλα αυτά σεβασμό και αγάπη στον Γέροντα. Δεχόταν την αγάπη των τέκνων του, αλλά δεν την προκαλούσε και δεν την επιθυμούσε. Ήταν ταπεινός κι αγα πούσε ιδιαίτερα να μιλά για την αγία ταπείνωση. Ζούσε τελικά σε μια ιερή μοναξιά. Οι πολλοί των ανθρώπων δεν τον κατανοούσαν και μερικοί μάλιστα τον παρεξηγούσαν. Λίγοι μπορούσαν να καταλάβουν καλά το βάθος της πνευματικότητος του.





Συνεχίζεται

πηγή:απόψεις για την μονή βατοπεδίου

Τετάρτη 3 Νοεμβρίου 2010

Ιερόσυλοι έβαλαν φωτιά στον Αη Γιώργη!

Ξημερώματα 28ης Οκτωβρίου βέβηλοι έκαψαν ολοσχερώς το μικρό παρεκκλήσιο του Αγίου Γεωργίου και έβαλαν φωτιά στο ιερό του ιστορικού ναιδρίου,η οποία δια θαύματος έσβησε από μόνη της.


Φωτογραφίες από το παρεκκλήσιο

























































Φωτογραφιες από το ιστορικο εκκλησάκι