«Θὰ δοῦμε καὶ θὰ
ζήσουμε τὰ Σόδομα καὶ τὰ Γόμορα στὸν τόπο μας»
(ἅγιος Κοσμάς ὁ
Αἰτωλὸς)
Στὴν Ἀθήνα,
εἴδαμε καὶ διαβάσαμε ὅτι, καθὼς παρήλαυνάν τα… Γόμαρα- «ἐγίναμε Σόδομα καὶ
Γόμαρα» ἔλεγε μὲ τὴν μεγαλοφυῆ του ἀγραμματοσύνη ὁ στρατηγὸς Μακρυγιάννης
-βεβήλωσαν καὶ μαγάρισαν τὸ ἄγαλμα τοῦ ἀρχιστράτηγου τοῦ Ἱεροῦ Ἀγῶνος, Θεόδωρου
Κολοκοτρώνη. Καὶ δὲν βεβηλώθηκε οὔτε ἀτιμάστηκε ὁ Κολοκοτρώνης, στὸ εἰκονοστάσι
τοῦ Γένους κατέχει περίοπτη θέση, οἱ ἀποτυπωμένες βρομοδυσωδίες τοὺς ρίχτηκαν
στὰ μοῦτρα ἠμῶν τῶν καλλιπάρειων ἐπιγόνων του. Ἔχει μείνει καὶ τίποτε τὸ
ἀμόλευτο καὶ καθαρὸ σὲ τοῦτο τὸν τόπο; Μιὰ ἱστορία κληρονομήσαμε, καταφυγή,
κλέος, ὀχύρωμα καὶ παρηγορία καὶ οὔτε αὐτὴν δὲν σέβονται… Τὸν Κολοκοτρώνη
ὠρέ!
«Εἰς τὴν
Τριπολιτσάν», γράφει ὁ Τερτσέτης, ὁ ἀπομνημονευματογράφος τοῦ Γέρου τοῦ Μοριά,
«εἶχον γράψει σάτιρα ἐναντίον τοῦ Κολοκοτρώνη καὶ τὴν ἐτοιχοκόλλησαν εἰς τὴν
ἐκκλησίαν. Ἦταν Κυριακὴ καὶ ἐσυνάχθη κόσμος καὶ ἐδιάβαζε. Ὁ Γέρο Κολοκοτρώνης
ἐπήγαινε εἰς τὴν ἐκκλησίαν νὰ λειτουργηθεῖ, καὶ ὅταν εἶδε τὸν κόσμο συμμαζωμένο,
ἔστειλε τὸν γραμματικό του, νὰ ἰδεῖ τί τρέχει. Ὁ γραμματικὸς ἐπέστρεψε καὶ
ἐμούδιαζε νὰ τοῦ εἰπεῖ. Ἔμαθε, τέλος πάντων, τί εἶναι. Τότε ἐπῆγε τὴν ἐξεκόλλησε
καὶ τὴν ἐπῆρε στὸ χέρι καὶ ὅταν ἀπολυσεν ἡ ἐκκλησία, τὴν ἔδωσε τοῦ παπᾶ καὶ τὸν
ὑποχρεῶσε νὰ....
τὴν διαβάσει
μεγαλοφώνως εἰς τὸν λαό. Ἔπειτα εἶπε: “κρίνετε, ἂν μὲ βρίζουν δίκαια”. Καὶ
τινές, λέγουν, ἐπρόσθεσε: “Ὁ κάλπικος παρὰς μένει στὸ νοικοκύρη του».
(«Κολοκοτρώνη Ἀπομνημονεύματα», τόμ. Γ’, ἔκδ. «Γ. Βαλέτα», σέλ.
224).
Μεγαλειώδης
στιγμή. Πῆρε ὁ ἥρωας, τὸ ἐμπαθὲς καὶ δυσφημιστικὸ «τοιχοκόλλημα» καί, ἀφοῦ
λειτουργήθηκε, τὸ ἔθεσε στὴν κρίση τοῦ λαοῦ, στὴν ἐκκλησία τοῦ δήμου. Ἤξερε ὅτι
«ὁ κάλπικος παράς», τὸ ψέμα, ἡ συκοφαντία, προσβάλλει αὐτὸν ποὺ τὴν ἐκτοξεύει
καὶ «καθαρὸς οὐρανὸς ἀστραπὲς δὲ φοβᾶται». Στὴ διήγηση τοῦ Τερτσέτη ὁ
Κολοκοτρώνης δὲν τιμωρεῖ τὸν λασπολόγο. Ἀοργησία καὶ μεγαλοψυχία, χαρακτηριστικὰ
μεγάλου ἡγέτη καὶ «μεταξένιου» ἀνθρώπου. Κάτι παρόμοιο διασώζει καὶ ὁ Διογένης ὁ
Λαέρτιος στὸ ἔργο τοῦ «Φιλοσόφων βίων καὶ δογμάτων συναγωγή», γιὰ τὸν Σωκράτη,
ποὺ πολλὲς φορὲς ἔπεσε θύμα ἐπικρίσεων καὶ εἰρωνειῶν. Τόχουν οἱ μεγάλοι νὰ
πετροβολοῦνται ἀπὸ τὰ ἀπολειφάδια…
Ἀντιγράφω ἐν
πρώτοις τὸ κείμενο στὸ πρωτότυπο, γιὰ νὰ γλυκαθοῦμε ἀπὸ τὴν δημοτερπῆ καὶ
ἀείχλωρο προγονικὴ γλώσσα καὶ κατόπιν παραθέτω τὴ μετάφραση:
«Πολλάκις δὲ
βιαιότερον ἐν ταῖς ζητήσεσι διαλεγόμενoν κονδυλίζεσθαι καὶ παρατίλλεσθαι, τὸ
πλέον τὲ γελάσθαι καταφρονούμενον καὶ πάντα ταῦτα φέρειν ἀνεξικάκως. Ὅθεν καὶ
λακτισθέντα, ἐπειδὴ ἠνέσχετο, τινὸς θαυμάσαντος, εἰπεῖν: εἰ δὲ μὲ ὄνος ἐλάκτισε,
δίκην ἂν αὐτῶ ἐλάγχανον;».
«Πολλὲς φορές,
ὅταν σὲ συζητήσεις μιλοῦσε κάπως βίαια, τοῦ ἔδιναν γροθιὲς καὶ τοῦ τραβοῦσαν τὰ
μαλλιὰ καὶ πιὸ πολὺ τὸν περιγελοῦσαν μὲ περιφρόνηση. Ὅλα αὐτὰ τὰ ἄντεχε
δείχνοντας ἀνεξικακία. Ἔτσι, ὅταν κάποιος παραξενεύτηκε μὲ τὴν ἀντίδρασή του,
εἶπε: ἂν μὲ κλοτσοῦσε γαίδαρος, θὰ τὸν πήγαινα στὸ δικαστήριο;». (ἔκδ. «Ζῆτρος»,
τόμ. 1, σέλ. 254).
Δὲν φταῖνε ὅμως
τα… ξεσαμάρωτα γαϊδούρια καὶ τὰ λοιπὰ τετραποδίζοντα δίποδα. Τὰ Σόδομα καὶ τὰ
Γόμορα παρελαύνουν ἀποχαλινωμένα, γιατί τέτοια κοπροθεάματα μᾶς ἀξίζουν. Ὁ
Καμίνης στὴν πρωτεύουσα Βαβυλώνα καὶ ὁ Μπουτάρης στὴν συμπρωτεύουσα, ἀμφότεροι
«σημαιοφόροι» στὰ …Γόμαρα, μόλις ἐξελέγησαν δήμαρχοι. Καὶ στοὺς τόπους ποὺ
κρεμοῦσαν οἱ καπεταναῖοι τ’ ἅρματα κρεμοῦν οἱ κίναιδοι τὰ νταούλια τους, γιὰ νὰ
παραλλάξουμε τὴν λαϊκὴ θυμοσοφία.
Ἔκαιγαν σημαῖες
ἑλληνικές, παλαιότερα, κάποιοι ψευτοπροοδευτικοὶ κοπρίτες καὶ ὁ κ. Μιλτιάδης
τοὺς δικαιολογοῦσε δημοκρατικῶς. Ἀνταμείβεται πολλάκις ὑπουργεύων… Τηλεσυνελήφθη
προσφάτως, ὁ κ. Μιλτιάδης, νὰ «πασπατεύει, κατὰ τὸ κοινῶς λεγόμενο, εὐειδῆ
ὀδαλίσκη τῆς τηλεόρασης καὶ καμμία ἀντίδραση. Ὁ κ. Μιλτιάδης, ἀνέγγιχτος ἀπὸ
ἀνασχηματισμούς, ὑπογράφει συμφωνίες ξεπουλώντας τὰ τζιβαϊρικά μας.
«Ἄνθρωποι
ἀνεπρόκοποι, ἀκατατάρτιστοι, ἀνίκανοι ν’ ἀποκτήσουν συνείδηση προσωπικῆς
εὐθύνης, μηχανευόμενοι ἀπειράριθμα τεχνάσματα γιὰ νὰ σὲ ξεγελάσουν, κατακτητὲς
μὲ δόλια μέσα ἀξιωμάτων… ἀνάγωγοι τόσο ποὺ νὰ προκαλοῦν ἀηδία, καμαρώνουν γιατί
ὑπῆρξε πρόγονός τους ὁ Πλάτωνας, σὰ νὰ ἔχουν συγγράψει οἱ ἴδιοι τούς πλατωνικοὺς
διαλόγους. Βαφτίζουμε τὰ παιδιά μας μὲ τὰ ἱερότατα ἐκεῖνα ὀνόματα καὶ
ἡσυχάζουμε. Κι ἔτσι ἕνας νεότερος Ἀριστοτέλης μόλις ποὺ κατορθώνει νὰ βάλει τὴν
ὑπογραφὴ κάτω ἀπὸ ἕνα συμβόλαιο ἀπατηλῆς ἀγοραπωλησίας, ἕνας Περικλῆς
καταδικάζεται γιὰ λαθρεμπόριο, ἕνας Σωκράτης διαπρέπει στὸν ὑπόκοσμο τῶν
προαγωγῶν καὶ μαστροπῶν… Ὅ,τι συμβαίνει μὲ τὰ ὀνόματα συμβαίνει μὲ ὁλόκληρη τὴν
προγονικὴ δόξα». (Ι.Μ. Παναγιωτοπούλου, «Ἐρήμην τῶν Ἑλλήνων», «οἱ
ἐκδόσεις τῶν φίλων», σέλ. 59).
Καὶ ἕνας
Μιλτιάδης, ποὺ φέρει τὸ ὄνομα τοῦ τροπαιούχου Μαραθωνομάχου, χειροκροτεῖ τὴν
ἀτίμαση τοῦ ἐθνικοῦ μας συμβόλου. Καὶ κάποιοι ἄλλοι ποὺ φέρουν τὰ ἀκόμη ἱερότερα
ὀνόματα Γεώργιος καὶ Ἰωάννης «ραίνουν μὲ ροδοπέταλα» τὴν ὁμοφυλοφιλία καὶ τὴν
ἀσέλγεια. Καὶ κάποια Μαρία, πάσχουσα «ἐξ ρεκλαμομανίας» (Παπαδιαμάντης) καὶ
«ρέπουσα» εἰς τὴν θεσιθηρία, γράφει σχολικὰ βιβλία-πανέρια στὰ ὁποῖα
συνωστίζονται ὀχιὲς καὶ σκορπιοί.
Παρένθεση. Γιὰ
τέτοια βιβλία ὁ Κολοκοτρώνης μᾶς δίδαξε τὸν τρόπο… ἀντιμετώπισής τους. Διαβάζω
στὸ βιβλίο «οἱ Λόγιοι καὶ ὁ Ἀγώνας», τοῦ Α. Ἀγγέλου (σέλ. 15): «Ἐπῆγε ὁ
Κολοκοτρώνης πρὸς χαιρετισμὸν τοῦ ἀξιοτίμου διδασκάλου Νικολάου Καλύβα, ἐκάθισε
καὶ ἀκροάζετο τὴν παράδοσιν.
- Τί εἶναι
τοῦτα, λέγει μεμιᾶς, ποῦ διδάσκεις τὰ παιδιὰ τώρα; Τοῦτο νὰ τὰ
φωτίσης…
Καὶ ἐχύθη μὲ
γελούμενο πρόσωπο νὰ σχίση ἕνα Βόλφιον, in folio μεγάλο βιβλίο, νὰ δείξει πῶς
φτιάνουν τὰ φυσέκια.
Ὁ διδάσκαλος,
διὰ νὰ σώση τὸν Γερμανὸν φιλόσοφον (τὸν Βόλφ), ἔπεσε μὲ τὰ στήθη τοῦ εἰς τὸ in
folio (στὸ βιβλίο). Τὰ παιδιὰ ἐγελοῦσαν καὶ ἐκεῖνα, ὡς εἶδαν πιασμένους
καθηγητὴν καὶ γέρο Κολοκοτρώνην, ὁ ἕνας νὰ φυλάξη τὸ βιβλίο του, ὁ ἄλλος νὰ τὸ
κάμη φυσέκια». Τὰ φυσέκια τοῦ Κολοκοτρώνη μᾶς ἀπελευθέρωσαν καὶ ὄχι τὰ βιβλία
τοῦ Βόλφιου. Καὶ σήμερα περνοῦν ἀπὸ μπροστά του τὰ «Γόμαρα» καὶ ἀφήνουν τὶς
κουτσουλιές τους…
Παρένθεση καὶ
πάλι. Ἀκούω κάποιους νὰ ἐπιδίδονται σὲ ἀγαπολογίες, προοδευτικολογίες καὶ
ἀερολογίες περὶ σεβασμοῦ καὶ ἀνοχῆς, νὰ καρυκεύουν τὸν λόγο τους, «οἱ
θρησκευτικότεροι», καὶ μὲ εὐσεβόσχημες παραπομπὲς τοῦ τύπου μισοῦμε τὴν πράξη
(τὴν αἵρεση), ἀλλὰ ἀγαπῶμεν σφόδρα τὸν πράξαντα (αἱρετικό), καὶ νὰ ὁ πλησίον, ὁ
ἀδελφὸς καὶ περὶ εἰκόνος τοῦ Θεοῦ ἀμαυρωμένη καὶ ἐσπιλωμένην, θυμίζοντας τὶς
ἀριστεροφρονες θρηνωδίες καὶ διαρρήξεις ἱματίων γιὰ τοὺς λαθρομετανάστες. (Ὁ
ἅγιος Χρυσόστομος – «εἰς Ρωμ. ὁμιλ. Ε, 3»- γράφει γιὰ τοὺς θηλυπρεπεῖς. «Καὶ γὰρ
ἀνδρῶν καὶ γυναικὼν ἄξιος ἐλαύνεσθαι καὶ καταλεύεσθαι» ὁ «πεπορνευμένος» ἄνδρας.
Γιὰ λιθοβολισμὸ μιλᾶ ὁ ἅγιος καὶ ὄχι μόνο γιὰ διαμαρτυρία). Ἂν ζοῦσα στὴν
Ὀλλανδία ἢ τὸ Λουξεμβοῦργο θὰ ὑπερθεμάτιζα. Ἄλλο νὰ περιτριγυρίζουν τὸ κράτος
σου χαρούμενες Βελγίδες καὶ εἰρηνόφιλοι Ἐλβετοὶ καὶ ἄλλο νὰ ἔχεις τὸν Τοῦρκο ἢ
τὸν Σκοπιανὸ νὰ ἀλυχτοῦν. Ἐδῶ μιλοῦμε γιὰ τὴν ἐπιβίωση τῆς πατρίδας μας! Ἂν
«μπουκάρουν» πουθενὰ οἱ Τοῦρκοι, οἱ… «Βαλλιανατοειδεῖς» θὰ κραδαίνουν τὸ «γιώτα
πέντε» τρελλόχαρτό τους ἀπὸ τὸ στρατὸ καὶ θὰ τρέξουν νὰ κρυφτοῦν στὰ… παντελόνια
τῆς ἐλευθέρας συμβίωσής τους. Ἡ σάπια Εὐρώπη μᾶς τὰ στέλνει ὅλα αὐτά, γιὰ νὰ μᾶς
ἀφοπλίσει, νὰ ξεπουλήσουμε τὰ ἅγια χώματά μας, τὴν ἐλευθερία μας, μὲ ἀντάλλαγμα
τὴν ἀσφάλεια τοῦ σκλάβου καὶ ἁλυσοδεμένου.
Ὅσοι ἐλπίζουν
στὴν Εὐρώπη καὶ στὶς προκοπές της, ἀπαντᾶ ὁ ἴδιος ὁ Κολοκοτρώνης, ὅπως τὸ
διέσωσε ὁ Τερτσέτης:
«Γέλωτα ἄσβεστον
τοῦ ἐπροξενοῦσεν ἡ ἐνθύμησις τῆς ἐπιστολῆς φίλου τινός, ὅστις τοῦ ἔγραφε ἀπὸ τὴν
Εὐρώπη: Ἢ νὰ ἐλευθερωθοῦμε ἢ νὰ χαθῆτε».
olympia
olympia
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου