Ποιοὶ εἶναι οἱ ἐγκληματίες;
Γράφει ὁ Δημ. Νατσιός
Δάσκαλος- Κιλκίς
«Θέ μου τί λέπομεν στὶς μέρες μας»
(στρατηγὸς Μακρυγιάννης)
. Τὸ ἴδιο ἀναφωνοῦμε κι
ἐμεῖ στὶς μέρες μας. Θεέ μου τί βλέπουμε!! «Νὰ δοῦμε ἀκόμα ποῦ θὰ
φτάσουμε! Δὲν ἀφήσαμε βρωμιά, δὲν ἀφήσαμε σιχαμένη πράξη, ποὺ νὰ μὴν
κάνουμε, δὲν ἀφήσαμε πονηρὸ διαλογισμὸ ποὺ νὰ μὴν τὸν ποῦμε ἢ νὰ μὴν τὸν
γράψουμε μὲ τὴν μεγαλύτερη ἀδιαντροπιά. Ξεχαλινωθήκαμε πιὰ ὁλότελα.
Ποτὲ ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶχε φτάσει οὔτε στὴν μισὴ ἀναισθησία καὶ σιχαμένη
παραμόρφωση, ἀπ’ ὅσο ἔφτασε σήμερα…». (Φ.Κόντογλου, «Μυστικὰ Ἄνθη», ἔκδ.
«Ἀστήρ», σελ. 31). Δὲν προλαβαίνουμε στὸν δύσμοιρο τοῦτο τόπο νὰ
μετροῦμε τὶς «σιχαμένες πράξεις». Ὀσμὴ θανάτου, σάβανα ἁπλώθηκαν πάνω
ἀπὸ τὰ πάλαι ποτὲ ρόδινα ἀκρογιάλια τῆς πατρίδας μας καὶ μᾶς
καταπλακώνουν. Χαλάσαμε πολὺ καὶ πολλοί. Καὶ τὸ κακὸ εἶναι ὅτι
ἀδυνατοῦμε νὰ ἑρμηνεύσουμε τὰ γεγονότα. Μᾶς προσπερνοῦν, μᾶς
ὑπερκεράζουν. Μᾶς λείπουν καὶ τὰ φωτεινὰ πνεύματα, οἱ ἀληθινὰ σοφοὶ καὶ
προκομμένοι ἄνθρωποι, οἱ “μεταξένιοι” ποὺ μᾶς ἔδειχναν τὴν ὁδὸν τῆς
ἀληθείας. Καὶ οἱ λίγοι ποὺ ὑπάρχουν πνίγονται ἀπὸ τὶς τσιρίδες τῶν
καντιποτένιων…
. Ἔγινε τὸ κακὸ τῆς κτηνώδους δολοφονίας τῶν δύο νέων
ἀνθρώπων καὶ οἱ σάπιοι γνωμηγήτορες τῶν τηλεαναθυμιάσεων ξερνοῦν τὰ
δηλητήριά τους. Τετριμμένες ἀνοησίες καὶ παλιανθρωπιές. Διαβάζεις καὶ
νιώθεις ἀπόγνωση. Τὸ παρακάτω γεγονὸς εἶναι πραγματικό. Ὅταν κάποτε οἱ
ἀδηφάγες κάμερες τῆς τηλεόρασης στράφηκαν στὸ πρόσωπο ἑνὸς νεαροῦ
ἐγκληματία, ποὺ ἔβγαινε σιδηροδέσμιος ἀπὸ ἀνακριτικὰ γραφεῖα, κάποιος
αἱματολάγνος δημοσιογράφος τὸν ρώτησε:
«Ἐσὺ ἔκανες τὸ ἔγκλημα;»
«Ὄχι, ἐσεῖς», ἀποκρίθηκε ὁ νεαρός.
. Ἡ ἀπάντηση συνοψίζει τὸ πρόβλημα καὶ ἔχει πολλοὺς
ἀποδέκτες. Αὐτὸ τὸ ἀδυσώπητο “ἐσεῖς” στρέφεται πρωτίστως στὴν πανίσχυρη
τηλεοπτικὴ ἐξουσία. Ὑπολογίστηκε ὅτι κατὰ μέσο ὄρο ἕνα παιδί, μέχρι νὰ
τελειώσει τὸ Λύκειο ἔχει ἀφιερώσει στὴν «λατρεία» τῆς μικρῆς ὀθόνης
18.000 ὧρες, ποὺ σημαίνει 750 μέρες ἤ, χονδρικά, 2,5 χρόνια τηλεοπτικῆς
αἰχμαλωσίας. Ἀκόμη στὴν Ἀμερικὴ σύμφωνα μὲ ἔρευνες-καὶ εἶναι γνωστὸ τὸ
ρητὸ “ἂν θέλεις νὰ δεῖς τὴν Ἑλλάδα τοῦ μέλλοντος ἐπισκέψου τὴν σημερινὴ
Ἀμερικὴ”- ἕνα παιδὶ «μετέχει», παρακολουθεῖ, ἐτησίως περίπου 3.000 καὶ
πάνω φόνους στὴν τηλεόραση ἤ, χειρότερα, μέσῳ τῶν ἠλεκτρονικῶν
παιχνιδιῶν, «διαπράττει» τὸ ἴδιο, ἑκατοντάδες φόνους. Θὰ ἀντιτείνει
κάποιος: Μὰ ἕνα ἀθῶο παιχνίδι εἶναι; Ἀπαντῶ, γυρίζοντας κατ’ ἀρχὰς στὴν
ἐποχὴ ποὺ γεννήθηκε τὸ σημερινὸ «θηρίο».
. Εἶναι γνωστὸ πώς, ὅταν ἄνοιξαν οἱ πρῶτοι κινηματογράφοι
γιὰ τὸ κοινό, ἀπὸ τὶς πρῶτες σκηνὲς ποὺ προβλήθηκαν, ἦταν ἡ διαδρομὴ
μιᾶς ἁμαξοστοιχίας. Ἡ λήψη τῆς σκηνῆς ἔγινε ἀπὸ κάμερα ποὺ βρισκόταν
πάνω στὶς γραμμὲς τοῦ τρένου καὶ μπροστὰ ἀπὸ τὴν ἁμαξοστοιχία, ποὺ
ἐκινεῖτο πρὸς τὴν κάμερα. Ἡ ἀντίδραση τοῦ κόσμου ἦταν ἡ ἀναμενόμενη:
προσπάθησε νὰ γλιτώσει ἀπὸ τὸ τρένο τρέχοντας πανικόβλητος ἀπὸ τὴν
αἴθουσα πρὸς τὶς ἐξόδους. Ἀπὸ τότε πέρασαν 90 χρόνια περίπου. Σὲ αὐτὸ τὸ
διάστημα ὁ ἄνθρωπος ἔμαθε σιγὰ σιγὰ νὰ ἀποστασιοποιεῖται ἀπὸ τὸ ὀπτικὸ
θέαμα. Καὶ φυσικὰ δὲν μποροῦσε νὰ γίνει ἀλλιῶς, γιατί διαφορετικὰ ἡ
παρακολούθηση μιᾶς ταινίας θὰ ἀποτελοῦσε μία πολὺ ψυχοφθόρα διαδικασία.
. Τί σημαίνει ὅμως γιὰ τὸν ἀνθρώπινο ψυχισμὸ αὐτὴ ἡ
ἀποστασιοποίηση; Θεάματα ὅλων τῶν εἰδῶν παρελαύνουν μπροστά μας.
Βλέπουμε νὰ διαπράττονται καταφανεῖς ἀδικίες, ἐγκλήματα εἰδεχθῆ, πράξεις
ποὺ ἡ ἠθικὴ καὶ ἡ συνείδηση ἀποστρέφεται. Κι αὐτὸ ὄχι μόνο σὲ ταινίες
φανταστικές, ἀλλὰ ἀκόμη χειρότερα στὰ δελτία εἰδήσεων, σὲ ντοκιμαντὲρ
καὶ ἀλλοῦ, ὅπου οἱ σκηνὲς φρίκης εἶναι πραγματικές: παιδιὰ ποὺ
λιμοκτονοῦν, ἑτοιμοθάνατοι μὲ τὴν ἀγωνία τοῦ θανάτου ζωγραφισμένη στὰ
πρόσωπά τους… Πολλὲς φορὲς μάλιστα τὸ θεώμενο πρόσωπο ἐπιχειρεῖ μάταια
νὰ ἐπικοινωνήσει μὲ τὸν ἀνώνυμο θεατή: ἀκούγονται κραυγὲς ποὺ ζητοῦν
βοήθεια, ἁπλώνονται παρακλητικὰ χέρια, μάτια ἐκφραστικὰ ἐπιχειροῦν νὰ
ἐντοπίσουν κάποιο σωτήρα στὸ ἀπύθμενο βάθος τοῦ κινηματογραφικοῦ φακοῦ…
. Αὐτὰ ὅλα δὲν μποροῦν νὰ ἀφήσουν ἀνεπηρέαστη μία ἠθικὴ
συνείδηση. Τί ἐννοῶ; Ἀπὸ τὸ ἀποτρόπαιο θέαμα μέχρι τὴν ἠθικὴ συνέγερση,
τὸ χρονικὸ διάστημα εἶναι στιγμιαῖο. Καὶ ὁ ὑγιὴς ἄνθρωπος ἀμέσως θὰ
ἐπιζητήσει νὰ θεραπεύσει τὸ κακὸ ποὺ βλέπει, γιὰ νὰ ἱκανοποιήσει τὴν
ἠθική του συνείδηση ποὺ ἔχει ἐπαναστατήσει. Μποροῦσε νὰ ἐπέμβει σ’ ἕναν
ξυλοδαρμὸ ἀθώου, νὰ ταΐσει ἕνα παιδὶ ποὺ πέθαινε τῆς πείνας ἢ
τουλάχιστον νὰ προσπαθήσει νὰ τὸ περιθάλψει. Τώρα ὅμως ὄχι. Τὸ παιδὶ ποὺ
βλέπει εἶναι μακριά, σ’ ἕναν ἄλλο κόσμο, καὶ ἡ προσφορὰ ἢ ἡ βοήθειά του
εἶναι μάταιη.
. Μοιραία, λοιπόν, τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι ἡ σκλήρυνση τοῦ ἀνθρώπου μπροστὰ στὴν ὀθόνη, ἡ ἀποκοίμιση τῶν ἠθικῶν του ἀνακλαστικῶν. Συγχρόνως ὑποχρεοῦται νὰ πείσει τὸν ἑαυτό του ὅτι αὐτὰ ποὺ βλέπει συμβαίνουν σὲ μίαν ἄλλη διάσταση, μία διάσταση ποὺ δὲν συμπίπτει ἢ δὲν ἐπικοινωνεῖ μὲ τὴ δική του.
Αὐτὴ ἡ στάση ὅμως κατατείνει στὴν ἐνίσχυση μίας σύγχρονης τάσης, ποὺ
γίνεται ἡ μάστιγα τῆς ἐποχῆς μας, τῆς ἀνθρώπινης ἀδιαφορίας καὶ τοῦ
«ὠχαδερφισμοῦ». Μάλιστα κατὰ ἕναν ἔμμεσο τρόπο τὴ «νομιμοποιεῖ». Γιατί
κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ κατηγορήσει τὸν συνάνθρωπό του γιὰ ἀπραξία μπροστὰ
στὴν ὀθόνη. Τίποτα δὲν μπορεῖ νὰ γίνει καὶ ἡ ἀπραξία εἶναι ἡ λογικὴ στάση.
Ἄλλωστε καὶ οἱ διαφημίσεις τῆς τηλεόρασης ἀποθεώνουν αὐτὴν τὴ
συμπεριφορά. Ἡ παρακολούθηση τοῦ θεάματος συνυφαίνεται μὲ ἕναν
ἀναπαυτικὸ καναπὲ καὶ μίαν ἄνετη καθιστικὴ στάση. Τὸ ὑπονοούμενο εἶναι
«σαφές»: τὸ θέμα εἶναι πλαστὸ καὶ ψυχαγωγικὸ καὶ παρακολουθῆστε το χωρὶς
ἄγχος. Ἔχουμε, δηλαδή, ψυχικὸ μιθριδατισμό, βαθμιαῖο ἐθισμὸ στὴν δυστυχία τῶν ἄλλων. Ἔτσι ἡ παγερὴ ἀδιαφορία τῆς εἰκονικῆς ζωῆς, μεταφέρεται καὶ στὴν πραγματική.
. Ἡ φράση «ἐσεῖς τὸ κάνατε τὸ ἔγκλημα» δείχνει καὶ τὸ
τωρινὸ σχολεῖο. Λέει ἕνας σπουδαῖος ποιητικὸς λόγος: «Πάρε τὶς λέξεις
μου, δῶσ’ μου τὸ χέρι σου». Τὰ παιδιὰ δὲν ἔχουν λέξεις, δὲν μποροῦν νὰ
ἐκφραστοῦν, γιατί δὲν διδάσκονται τὴν γλῶσσα στὰ σχολεῖα. Καὶ γλῶσσα
σημαίνει λογοτεχνία, ποίηση, πράγματα προγραμμένα ἀπὸ τὰ ἐν χρήσει
σχολικὰ τάχα καὶ βιβλία Γλώσσας. Μία ἀπὸ τὶς σοβαρότερες καὶ
σημαντικότερες συνέπειες αὐτοῦ τοῦ γλωσσικοῦ ὑποσιτισμοῦ εἶναι ὅτι
προτρέπονται, καταφεύγουν οἱ νέοι σὲ πράξεις βίας, ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ
ἀποφευχθοῦν μὲ τὸν λόγο. Πολλὰ παιδιὰ φτάνουν στὴν ἐξαλλοσύνη καὶ τὴν
ἀπελπισία, γιατί δὲν μποροῦν νὰ συν-ἐννοηθοῦν. (Ὁ Κολοκοτρώνης ποὺ
καταλάβαινε ἀπὸ αὐτὰ ἔλεγε γιὰ τὰ παλληκάρια του. “Πρῶτα τοὺς τὸ
ἑρμήνεψα μιλητά, ἔπειτα τό ᾽κανα τραγούδι καὶ τοὺς τὸ τραγούδησα”, τὸ
ποίημα εἶναι εὐμνημόνευτο, τὰ πολλὰ τὰ λόγια εἶναι φτώχεια).
. Νὰ πῶ κάτι καὶ ἀπὸ τὴν ἐμπειρία μου στὴν τάξη.
. Δίδαξα πρὶν ἀπὸ δύο μῆνες στοὺς μαθητές μου –ϛ´
Δημοτικοῦ- τὸν γνωστό, διδακτικότατο μύθο τοῦ Αἰσώπου, «παῖς κλέπτης καὶ
μήτηρ». Ρώτησα τὶς προάλλες τὰ παιδιά. Θυμόταν τὰ πάντα, σχεδὸν ὅλο τὸ
κείμενο. (Βεβαίως τὸ διδάσκω καὶ στὴν ἀρχαία ἑλληνική). Ὅταν δὲν
διδάσκεις, τὶς τιμαλφεῖς ἀξίες, στὴν ἀρτιμελῆ γλῶσσα τοῦ Γένους μας,
τότε οἱ καρδιὲς σκληραίνουν καί, κάποιες φορές, τὰ χέρια ὁπλίζονται.
. Ἔλεγε ὁ Ζ. Λορεντζάτος τὰ παρακάτω σπουδαῖα γι’ αὐτήν
μας τὴν σχιζοφρένεια στὸ βιβλίο του, μελέτη «Γιὰ τὸν Σολωμό»: «Οἱ δικοί
μας χύνουν τὸ αἷμα τους ἀποκάτου ἀπὸ τὸ Σταυρὸ γιὰ νὰ μᾶς κάνουν
ἐλεύθερους», τόνιζε ὁ σολωμικὸς Διάλογος. Στὸ κάτω-κάτω δὲν ἐλευθέρωσαν
οἱ λόγιοι, οἱ φωτισμένοι ἢ ἀφώτιστοι, τοὺς σκλαβωμένους. Οἱ σκλαβωμένοι
ἐλευθέρωσαν κάποτε καὶ τοὺς λόγιους. Χρειαζόταν «γι’ ἀνταμοιβὴ»-πάντα
στὴ διάλεχτό του Σολωμοῦ-«οἱ δικοί μας» (δηλαδὴ ὁ λαὸς) νὰ κινδυνεύουν
σήμερα νὰ χάσουν καὶ τὴν πίστη τους καὶ τὴ λαλιά τους; Ἂν εἶναι νὰ προκόψουμε σὰ λαός, δὲν θὰ μπορέσουμε νὰ τὸ κατορθώσουμε μακριὰ ἀπὸ τὴν πίστη μας καὶ τὴ γλῶσσα μας.
Μονάχα μέσα ἀπὸ αὐτὰ τὰ δύο μπορεῖ νὰ φυτρώσει κάτι ἀληθινό. Μονάχα
μέσα ἀπὸ αὐτὰ τὰ δύο σωθήκαμε ὣς σήμερα καὶ μονάχα μέσα ἀπὸ αὐτὰ τὰ δύο
θὰ σωθοῦμε αὔριο. Δὲ σωθήκαμε ἀπὸ τοὺς λόγιους. Ὅσο τὰ ψευτίζουμε τὰ δύο
αὐτά, τόσο ἀπομακραίνουμε τὴ μέρα τοῦ λυτρωμοῦ. Ὅποιος παραβαίνει τὸ
νόμο τῆς φυσικῆς συνέχειας ἀκρωτηριάζεται…
. Γιατί ἐπιτέλους ποιοί εἴμαστε ἐμεῖς; Καὶ ποῦ πηγαίνει
στὶς περιπτώσεις αὐτὲς ἡ περίφημη αὐτογνωσία μας; Ὑπάρχουμε; Καὶ τὴ δική
μας γλώσσα; Καὶ τὴ δική μας πίστη; Ἐμᾶς τοῦ σημερινοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ;
Τί τὴν κάνουμε;» Ὑπάρχουν, ὅπως προανέφερα, πολλοὶ ἀποδέκτες τοῦ νεαροῦ
ἐγκληματία, ἡ οἰκογένεια, ἡ πνευματικὴ καὶ ἐκκλησιαστικὴ ἡγεσία, (ὅπως
ἔγραψα παλαιότερα κάποιοι ἐπίσκοποι ποὺ ἐπιμένουν στὶς «ἱερὲς
μουρμοῦρες») καὶ πολλοὶ ἄλλοι. Ἄφησα γιὰ τὸ τέλος τοὺς προσκυνημένους,
τὶς ἀνθυπομετριότητες τῆς νῦν πολιτικῆς. Γι’ αὐτοὺς δανείζομαι τὰ λόγια
του Σεφέρη ἀπὸ τὸ πολιτικό του ἡμερολόγιο. «Ἡ βλακεία, ἡ ἐγωπάθεια, ἡ
μωρία καὶ ἡ γενικὴ ἀναπηρία τῆς ἡγετικῆς τάξης στὴ σημερινὴ Ἑλλάδα σὲ
φέρνει στὴν ἀνάγκη νὰ ξεράσεις. […] Εἶμαι βέβαιος πὼς τοῦτοι οἱ ἐλεεινοὶ δὲν ἀντιπροσωπεύουν τὴν ζωντανὴ Ἑλλάδα, δὲν ἀντιπροσωπεύουν τίποτε»…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου